Η απώλεια είναι συνδεδεμένη με το συναίσθημα της θλίψης.

Είναι φυσικό να είναι κανείς θλιμμένος όταν βιώνει μια απώλεια, είτε πρόκειται για αγαπημένο πρόσωπο είτε για κατοικίδιο είτε για αντικείμενο. Ακόμα και όταν βιώνουμε μια μεγάλη αλλαγή όπως σπιτιού, σχολείου, περιοχής, αυτή συνοδεύεται από απώλεια συνηθειών, ατόμων, φίλων, ρουτίνας και γενικότερα αγαπημένων μερών, προσώπων και πραγμάτων.

Ο θάνατος ενός προσώπου (ή και ζώου) αποτελεί μια ευκαιρία να μιλήσουμε για το ενδεχόμενο του θανάτου ενός πιο στενού ατόμου.

Οι ερωτήσεις του παιδιού γύρω από το θάνατο δεν σημαίνουν απαραίτητα αγωνία. Αυτή συνήθως προκαλείται αν ο ενήλικας είτε δεν απαντά καθόλου είτε απαντά αόριστα. Ούτε οι υπερβολικοί καθησυχασμοί είναι μια καλή απάντηση (μόνο οι πολύ γέροι πεθαίνουν, εγώ ή εσύ δεν πρόκειται να πεθάνουμε) μιας και είναι εύκολο να αποδειχθεί η αναλήθειά τους. Και αν τότε αντιληφθεί την αντίστασή μας να μιλήσουμε για αυτό, αντιλαμβάνεται ότι φοβόμαστε και ότι επομένως υφίσταται κάποιος κίνδυνος.

συναισθήματα-απώλεια-πένθος-θάνατος

Στην πραγματικότητα, τα παιδιά προσεγγίζουν το θάνατο με μεγαλύτερη γαλήνη από εμάς.

Δεν τον δραματοποιούν και μπορούν να κάνουν με μεγάλη άνεση ερωτήσεις ακόμα και σε αγαπημένα τους πρόσωπα που να σχετίζονται με το θάνατό τους (π.χ. όταν πεθάνεις μπορώ να πάρω τα κοσμήματά σου/ τα παπούτσια σου κλπ;»).  Ακόμα και τα παιδιά που πάσχουν από μια σοβαρή ασθένεια έχουν πολλή γαλήνη όταν μιλούν για το θάνατο. Ξέρουν πότε θα πεθάνουν και μιλούν με μεγάλη ευκολία για αυτό, αρκεί να είμαστε έτοιμοι να τα ακούσουμε χωρίς να εμπλέκουμε τις δικές μας αγωνίες στη συζήτηση. Αν δεν είμαστε σε θέση να ακούσουμε ή να αποδεχτούμε, τότε σιωπούν για να μη μας στεναχωρήσουν, θυσιάζοντας την ανάγκη τους για αμοιβαιότητα και καθησυχασμό. Άραγε είναι σωστό να τα υποβάλλουμε σε τόση αυτοσυγκράτηση τη στιγμή που χρειάζονται την προστασία μας περισσότερο από οτιδήποτε άλλο;

Τι γίνεται τώρα όταν ένα παιδί βιώσει την απώλεια του θανάτου στο περιβάλλον του;

Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να το βιώσει ώστε να το ξεπεράσει ή να μην τραυματιστεί ψυχικά; Πρώτα πρώτα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε οι ίδιοι ότι ο θάνατος είναι μέρος της ζωής και φυσική της κατάληξη. Και έτσι θα πρέπει να τον παρουσιάσουμε και στα παιδιά. Επιτρέποντάς τους να δουν ή να αγγίξουν ένα νεκρό (κατοικίδιο ή αγαπημένο συγγενή), τους επιτρέπουμε να νιώσουν τον πόνο, να χαιρετήσουν για τελευταία φορά τον αγαπημένο τους και να συνειδητοποιήσουν ότι δεν θα τον ξαναδούν. Πρόκειται για μια διαδικασία εποικοδομητική που βοηθάει τα παιδιά να αποδεχτούν και να βιώσουν το γεγονός ευκολότερα, εκφράζοντας όσα συναισθήματα τα κατακλύζουν.

απογοητευμένο-παιδί

Λένε πως τα παιδιά εμπεδώνουν την ιδέα του μη αναστρέψιμου του θανάτου γύρω στα εννιά έτη.

Έως τότε είναι πιθανό να δεχτούν το θάνατο ακόμα και ενός πολύ κοντινού προσώπου με σχετική ηρεμία κυρίως λόγω έλλειψης μεταφυσικής αγωνίας και επειδή έχουν την πεποίθηση ότι δεν πρόκειται για αμετάκλητο γεγονός. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι μέχρι τότε πρέπει να τους λέμε ψέματα ή να ωραιοποιούμε καταστάσεις για να μην πληγωθούν. Εξάλλου ζουν καθημερινά μικρές εμπειρίες θανάτου, όταν βλέπουν το φθινόπωρο νεκρά φύλλα, μαραμένα λουλούδια, έντομα ανάσκελα, πατημένα περιστέρια ή γατιά στο οδόστρωμα. Μπορεί ακόμα να βρουν πεθαμένο το κατοικίδιό τους, ένα χάμστερ, ένα ψαράκι ακίνητο στη γυάλα, ένα γατάκι ή ένα σκυλάκι.

Σε όποια ηλικία και αν αυτό συμβεί δεν έχουμε παρά να πούμε στα παιδιά την αλήθεια.

Πώς όμως θα την πούμε; Σίγουρα δεν πρέπει να τους παρουσιάσουμε βίαιες εικόνες ούτε να τα φέρουμε απότομα με μια πραγματικότητα που αναπτυξιακά δεν είναι έτοιμα να αφομοιώσουν. Ας μη βιαστούμε και ας ακολουθήσουμε το ρυθμό της κατανόησής τους και της ικανότητάς τους για αφομοίωση πληροφοριών. Επομένως, μεταφέρουμε τις απολύτως απαραίτητες πληροφορίες που σχετίζονται με το συμβάν, χωρίς λεπτομέρειες που δυσκολεύουν ή περιπλέκουν την κατάσταση (π.χ. ο θείος τάδε πέθανε σε τροχαίο ατύχημα αντί αυτοκτόνησε πέφτοντας στις ρόδες ενός διερχόμενου οχήματος).

θάνατος-πένθος-λύπη

Εξάλλου ένας θάνατος συγγενικού προσώπου (ή ακόμα και ενός κατοικίδιου) είναι και για μας τους ίδιους ένα θλιβερό συμβάν.

Γεννά και σε εμάς δυσάρεστα συναισθήματα, τα οποία το παιδί εισπράττει ακόμα και αν δεν τα εκδηλώσουμε ευθέως. Επομένως δεν ωφελεί να τους κρυβόμαστε γιατί είτε θα πανικοβληθούν είτε θα χάσουν την εμπιστοσύνη τους σε εμάς ή και στον εαυτό τους, αφού  θα αντιληφθούν από συγκεχυμένα δεδομένα ότι δεν τους λέμε την αλήθεια. Οτιδήποτε μένει κρυφό ή μυστικό φοβίζει περισσότερο από ό,τι λέγεται. Εξάλλου, δεν αποκλείεται ένα παιδί να εκδηλώσει τη δυσφορία από την έλλειψη ενημέρωσης με κάποια διαταραχή, στην οποία αν εμείς δεν συνδέσουμε με το συμβάν, αφήνουμε περιθώρια να παγιωθεί.

Δεν αποκλείεται, μάλιστα, το παιδί να αρχίσει να αμφιβάλει για την αντιληπτική του ικανότητα ή να δημιουργήσει αρνητικά πιστεύω.

Αν του αρνούμαστε μια πραγματικότητα την οποία αντιλαμβάνεται με κάποιο τρόπο, τότε συμπεραίνει ότι δεν δικαιούται να ξέρει. Και αυτό μπορεί να το οδηγήσει σε μια παράπλευρη διαδικασία να παρεμποδίσει τον εαυτό του από το να μάθει γενικότερα (βλ. σχολική επίδοση). Το σίγουρο και αυτό στο οποίο συμφωνούν όλοι οι επιστήμονες είναι ότι η αλήθεια κάνει πάντα το λιγότερο κακό, όσο κι αν πληγώνει. Δεν προκαλεί τόσο μεγάλη αγωνία, γιατί το παιδί μπορεί να μιλήσει ελεύθερα, να ξαναβρεί τον εαυτό του, να κάνει ερωτήσεις προκειμένου να καταλάβει και να ξεμπερδευτεί.

πένθος-απώλεια

Ας μιλήσουμε, λοιπόν, για αυτό που συνέβη, με προσοχή στις εικόνες που μπορεί να σχηματιστούν στο μυαλό του παιδιού.

Ας το ακούσουμε με τη σειρά μας, ας του κάνουμε ερωτήσεις σχετικά με το τι έχει στο μυαλό του και πώς αντιλαμβάνεται το γεγονός, μιας και η συναισθηματική φόρτιση μπορεί να οδηγήσει σε διαστρέβλωση των λεγομένων μας. Ας μην το εμποδίζουμε όταν νιώθει την ανάγκη να μιλήσει για το θάνατο ή όταν επαναλαμβάνει ένα τραγικό συμβάν που βίωσε και ας μην δυσανασχετούμε όταν ρωτάει σχετικά με το θάνατο έστω κι αν οι ερωτήσεις του φαντάζουν άτοπες ή υπερβολικές.

Διορθώνουμε το παιδί μόνο όταν είναι απαραίτητο.

Ιδίως αν έχει ερμηνεύσει λάθος την αιτία ενός τέτοιου συμβάντος, μιας και τα παιδιά έχουν την τάση να νιώθουν υπεύθυνα για όσα συμβαίνουν στον περίγυρό τους. Είναι λοιπόν απαραίτητο να κατανοήσουν ότι δεν ευθύνονται τα ίδια για το θάνατο κάποιου αγαπημένου τους προσώπου και εξίσου απαραίτητο είναι να κατανοήσουν ότι είναι λογικό και αποδεκτό να νιώθουν διάφορα συναισθήματα από βαθιά λύπη μέχρι και θυμό. Θυμό γιατί ανεξάρτητα από την αιτία του θανάτου ενός συγγενή (γονιού, παππού, αδερφού κλπ) το παιδί νιώθει ότι αυτό το άτομο το εγκατέλειψε ενώ το χρειαζόταν στη ζωή του.

παιδί-βιώνει-απώλεια

Ο θυμός είναι το δεύτερο από τα στάδια του πένθους.

Διαδέχεται το στάδιο της άρνησης και το παιδί έχει ανάγκη να το βιώσει και να το δείξει. Επομένως δεν ωφελεί και δεν βοηθά να προσπαθούμε να τον ακυρώσουμε ή να τον διώξουμε με παρήγορα λόγια όπως «ήταν πολύ γέρος/ άρρωστος», «θα σου αγοράσω άλλο ψαράκι/κουνελάκι κλπ». Ούτε η κατήχηση («η μαμά/γιαγιά/παππούς/μπαμπάς σε αγαπούσε πολύ αλλά δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς») μπορεί να απαλύνει το θυμό του. Ας το αφουγκραστούμε και ας δείξουμε αποδοχή και κατανόηση στο συναίσθημά του («τον/την/το αγαπούσες πολύ», «είσαι πραγματικά δυστυχισμένος», «θυμώνεις στα αλήθεια που δεν είναι πια μαζί σου»).

Του θυμού έπεται το στάδιο της κατάθλιψης.

Κατά τη διάρκειά του το παιδί βρίσκεται σε φάση παραίτησης, χωρίς να ενδιαφέρεται για οτιδήποτε συμβαίνει στο περιβάλλον του. Είναι κολλημένο στο παρελθόν, αναλογιζόμενο τη σχέση του με τον πεθαμένο. Η νοσταλγία αυτή βοηθά να αφομοιώσει κανείς την πραγματικότητα της απώλειας και να επανέλθει στην προηγούμενη κατάσταση, για να ανασυγκροτηθεί μετά την απώλεια ενός κομματιού του εαυτού του. Αναλογιζόμαστε στιγμές που περάσαμε με ένα πρόσωπο που δεν είναι πια στη ζωή μας για να αφομοιώσουμε όσα μας προσέφερε η παρουσία του. Η απουσία του μας ακρωτηριάζει αλλά η νοσταλγία λειτουργεί ως επανόρθωση, αφού εξετάζουμε τα όριά μας, κλείνουμε τις ρωγμές που προκάλεσε η απώλεια, φανερώνουμε κρυμμένα συναισθήματα, αφομοιώνουμε την πραγματικότητα της απώλειας στην ταυτότητά μας και ξαναράβουμε τα σχισμένα μέρη της υπόστασής μας.  

απογοήτευση-παιδί-θάνατος-απώλεια

Και επειδή αυτή η βουτιά στις αναμνήσεις είναι επώδυνη, είναι εύλογο να συνοδεύεται από δάκρυα.

Η καλύτερη, λοιπόν, στήριξη που μπορούμε να προσφέρουμε στο παιδί που νοσταλγεί  είναι η αγκαλιά μας για να κλάψει και να μιλήσει προκειμένου να οδηγηθεί σταδιακά στην αποδοχή, η οποία και σηματοδοτεί το τέλος της διεργασίας του πένθους. Ο πόνος που συνδέεται με την θλίψη της απώλειας ελευθερώνει τοξίνες οι οποίες αποβάλλονται με το κλάμα. Είναι, λοιπόν, πολύ εύλογο που τόσο τα παιδιά όσο και οι ενήλικες καταφεύγουμε στο κλάμα όταν βιώνουμε τον πόνο και τη θλίψη μιας απώλειας. Και επειδή τα παιδιά δένονται ευκολότερα με ό,τι τα περιβάλλει, εκτός από τους ανθρώπους, σημείο αναφοράς για αυτά αποτελούν και τα αντικείμενα, ώστε να τα αντιλαμβάνονται ως προέκταση του εαυτού τους και μέρος της ταυτότητάς τους. Η απώλειά τους, λοιπόν, βιώνεται ως απώλεια ενός κομματιού του εαυτού τους.

Βέβαια συνηθίζουμε να ταραζόμαστε από τα κλάματα των παιδιών μας.

Και επειδή τα έχουμε ταυτίσει με τον πόνο, πιστεύουμε πως αν αυτά σταματήσουν, αυτομάτως σταματάει και ο πόνος. Για αυτό σπεύδουμε να καθησυχάσουμε τα παιδιά ότι δε συμβαίνει κάτι σπουδαίο και ότι δεν υπάρχει λόγος να κλαίνε. Αγνοούμε, όμως, ότι τα δάκρυα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της διεργασίας αποκατάστασης του οργανισμού μετά την απώλεια. Τα δάκρυα ανακουφίζουν και γιατρεύουν, αφού ξεμπλοκάρουν τη θλίψη από το να μείνει πνιγμένη βαθιά μέσα μας.

παιδί-βιώνει-θάνατο

Αν παροτρύνουμε τα παιδιά να καταπίνουν τα δάκρυά τους, ουσιαστικά τους λέμε να φυλακίσουν τον πόνο μέσα τους.

Έτσι, όμως, ο πόνος μεγαλώνει στην παραμικρή μοναξιά ή έλλειψη συναισθηματικής ικανοποίησης. Και μεγαλώνοντας γίνονται σκληροί ενήλικες που δυσκολεύονται να κατανοήσουν τα δάκρια των άλλων, μεταξύ των οποίων και των παιδιών τους, αλλά και να γελάσουν ή να νιώσουν ευφορία και διασκέδαση. Και όσο σημαντικό είναι να μην αποτρέπουμε την εκδήλωση του πένθους και των δακρύων από τα παιδιά, άλλο τόσο σημαντικό είναι να μην παρεμποδίσουμε να βιώσουν την απώλεια με τις φυσικές τις προεκτάσεις. Είναι απαραίτητο να ενθαρρύνουμε τον τελευταίο αποχαιρετισμό του παιδιού προς τον εκλιπόντα συγγενή (παππού, γιαγιά, θείο, γονιό, φίλο κλπ) και να μην αποτρέπουμε την παρουσία του στο χώρο της ταφής ή στο χώρο όπου θρηνούν όλοι. Οι διεργασίες του αποχαιρετισμού αφορούν και το παιδί, αφού και το ίδιο έχει δικαίωμα στον αποχαιρετισμό, στη βίωση της απώλειας, στη θλίψη και το πένθος.

Εξάλλου, το παιδί έτσι διευκολύνεται στην αποδοχή της πραγματικότητας.

Ταυτόχρονα η εκδήλωση τόσο έντονων συναισθημάτων είναι πάντοτε λυτρωτική. Το να αποτρέπουμε ή να κρύβουμε τη θλίψη δεν γιατρεύει την πληγή αλλά την επουλώνει μόνο επιφανειακά και σύντομα θα βρει τρόπο να έρθει στην επιφάνεια. Για να ξεπεραστεί ένα τέτοιο γεγονός πρέπει να το αποδεχτεί κανείς, είτε μεγάλος είτε μικρός, να θρηνήσει, να βιώσει τον πόνο. Άσε που συνήθως η τάση μας να κρατάμε τα παιδιά μακριά από τις διαδικασίες ενταφιασμού, αποχαιρετισμού ενός πεθαμένου, υποκρύπτει δική μας ανασφάλεια και αμηχανία και προσπάθεια να βγούμε από μια δύσκολη θέση, πράγμα που εν τέλει δεν πετυχαίνουμε.   

πένθος-απώλεια-θάνατος

Εν κατακλείδι, το πένθος είναι μια εξελικτική διαδικασία.

Θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε στάδιο ανάπτυξης του ανθρώπου, αφού καλούμαστε να το βιώσουμε και έπειτα να προχωρήσουμε παρακάτω τη ζωή μας, η οποία είναι συνυφασμένη με τις αλλαγές και τις ανατροπές, ευχάριστες ή δυσάρεστες. Αργά ή γρήγορα και τα παιδιά αντιλαμβάνονται το πεπερασμένο της ζωής, γεγονός που της δίνει προστιθέμενη αξία και μεγαλείο. Η σχέση μας με το παιδί μας και ο τρόπος που εμείς αντιλαμβανόμαστε, βιώνουμε και επικοινωνούμε το θάνατο, παίζουν καθοριστικό ρόλο στο πώς θα βιώσει και το παιδί την απώλεια και το πένθος.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

  1. Isabelle Filliozat, Στην καρδιά των συναισθημάτων του παιδιού, Εκδόσεις Ενάλιος 2000, σελ. 219-230
  2. Aldo Naouri, Εκπαιδεύοντας τα παιδιά, Όρια στην παιδική παντοδυναμία, Εκδόσεις Κέλευθος, Αθήνα 2012, σελ. 359-363
  3. Ιάκωβος Μαρτίδης, Πλάθοντας ευτυχισμένα παιδιά, εκδόσεις Αρμός 2016, σελ. 135-155

Μπορείτε να μάθετε περισσότερα για το πώς να στηρίξετε ένα παιδί που θρηνεί για μια απώλεια  εδώ:

Αν βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο μας ίσως σας αρέσουν και το  “Χωρισμός και διαζύγιο: Πότε μιλάμε στα παιδιά και τι λέμε;”

ή το “12 τεχνικές που καθησυχάζουν ένα παιδί που βιώνει άγχος”