Η αντιπαλότητα είναι μία πολύ συχνή κατάσταση στα περισσότερα αδέρφια.

Τα παιδιά διακατέχονται από αισθήματα ζήλιας και ανταγωνισμού που συνήθως καλλιεργούνται από τα ίδια. Αυτό γίνεται στην προσπάθειά τους να διεκδικήσουν το καθένα περισσότερη γονική προσοχή και αγάπη από τα αδέρφια τους. Δεν είναι όμως λίγες οι περιπτώσεις που και εμείς οι γονείς συντηρούμε ή διογκώνουμε τα ανταγωνιστικά τους συναισθήματα. Πώς το καταφέρνουμε αυτό; Μα κάνοντας συγκρίσεις.

Πολλές φορές συγκρίνουμε τα παιδιά μας μεταξύ τους.

Όχι πάντα επειδή τα ξεχωρίζουμε. Άλλες φορές το κάνουμε από καμάρι, άλλες από θυμό. Άλλες μπορεί απλώς να θέλουμε να δώσουμε κίνητρο ώστε να βελτιωθούν σε κάτι. Ή ακόμα και να πετύχουμε να επισπευσθεί μια απλή καθημερινή διαδικασία όπως το ντύσιμο ή το φαγητό. Ίσως όλο αυτό να φαντάζει στο δικό μας ενήλικο μυαλό ακίνδυνο ή άμοιρο συνεπειών. Στα παιδικά, όμως, μυαλά δημιουργεί πληγές. Ερμηνεύεται ως άνιση αγάπη και μοιραία ρίχνει λάδι στη φωτιά της σχέσης αντιπαλότητας μεταξύ των αδερφών. Ακόμα και αν απλώς επαινέσουμε το ένα παιδί στο άλλο, εκείνο μπορεί να το εκλάβει ως υποβιβασμό για το ίδιο. Ότι αυτό που πέτυχε ο άλλος δεν μπορεί να το κάνει το ίδιο.

επικοινωνία-διαταγή

Είτε οι συγκρίσεις είναι ευθείες είτε πιο έμμεσες γεννούν στα παιδιά απογοήτευση και θυμό.

Και όχι προς το γονέα που συγκρίνει αλλά προς τον αδερφό ή την αδερφή που αναδεικνύεται καλύτερος από τη σύγκριση. Μπορεί ακόμα ένα παιδί να διεκδικήσει μία αρνητική διάκριση προκειμένου να ξεχωρίσει και αυτό σε κάτι. Αν δηλαδή νιώθει ότι σε τίποτα δεν είναι ο καλύτερος, μπορεί κάλλιστα να είναι ο χειρότερος. Έτσι μπορεί να κερδίζει τη διαρκή προσοχή των γονιών του. Ακόμα χειρότερα να τους εκδικείται για τη διάκριση που κάνουν προκαλώντας τους πόνο σαν αυτόν που νιώθει και το ίδιο.

Άλλα παιδιά είναι εκ φύσεως ή εκ των συνθηκών πιο συγκαταβατικά και δεν περνάνε στην αντεπίθεση.

Ανέχονται τέτοιες συγκρίσεις και γεμίζουν εσωτερικές πληγές που συχνά τα ακολουθούν και στην ενήλικη ζωή τους. Τις περισσότερες φορές, μάλιστα, οι συγκρίσεις αυτές επηρεάζουν εις το διηνεκές τη σχέση με τα αδέρφια τους. Άλλα συνεχίζουν μόνα τους την αντιπαράθεση ακόμα και όταν οι γονείς έχουν σταματήσει πλέον να το κάνουν. Έχουν ταυτιστεί με τη σύγκριση και τροφοδοτούνται από μία διαρκή ανάγκη να υπερτερεί ο ένας έναντι του άλλου. Ακόμα και ως ενήλικες,  όταν πια ο καθένας έχει τη δική του ζωή, οικογένεια, επαγγελματική πορεία και ούτω καθεξής.

επικοινωνία-επίπληξη

Και δεν βλάπτουν οι συγκρίσεις μόνο τα παιδιά που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση.

Εξίσου βλάπτουν και αυτά που υπερέχουν ή βγαίνουν νικητές από κάθε σύγκριση, τους εκλεκτούς και τις εκλεκτές του μπαμπά και της μαμάς. Αυτά τα παιδιά φέρουν πάντα το βάρος του τέλειου, του αλάνθαστου, του αψεγάδιαστου. Είναι αυτοί που δεν έχουν δικαίωμα στο λάθος και την αποτυχία. Και αυτό είναι ιδιαίτερα αγχωτικό και περιοριστικό για το παιδί που αγωνίζεται διαρκώς για να εκπληρώνει τις προσδοκίες του γονέα. Συχνά αυτά τα παιδιά νιώθουν εγκλωβισμένα και δεσμευμένα, θέλουν να επαναστατήσουν, να αποτινάξουν από πάνω τους το βάρος αυτό. Δεν τολμούν, ωστόσο, για να μην απογοητεύσουν τους γονείς τους.

Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και όταν περιστασιακά οι συγκρίσεις αντιστρέφονται και νικητής αναδεικνύεται προσωρινά ο συνήθως χαμένος.

Τότε προσωρινά κατακλύζεται από αισθήματα ανακούφισης, χαράς και υπερηφάνειας. Στη συνέχεια, όμως, καταβάλλεται από το άγχος της απώλειας του τίτλου και από το φόβο της επαναφοράς της προηγούμενης κατάστασης όπου ο καλύτερος είναι σταθερά ο «άλλος». Σε αυτή την περίπτωση ο γονιός μπορεί να επιδιώκει να δώσει ώθηση στον συνήθως ασθενέστερο ώστε να βελτιώνεται (όχι απαραίτητα για να μοιάσει στον άλλο). Επί της ουσίας, το αποτέλεσμα είναι να αυξάνεται ο ανταγωνισμός και η κόντρα μεταξύ των αδερφών είτε αυτή είναι εμφανής είτε αφανής.

επικοινωνία-επίπληξη

Πολλοί γονείς πιστεύουν πως καλλιεργώντας τον ανταγωνισμό μεταξύ των παιδιών, τα προετοιμάζουν για την ανταγωνιστική κοινωνία που τα περιμένει μεγαλώνοντας.

Ότι έτσι θα μπορούν να υπερασπιστούν τον εαυτό και τη θέση τους στον επαγγελματικό, τον προσωπικό και τον κοινωνικό βίο. Ωστόσο το ζητούμενο δεν είναι ακριβώς αυτό. Συγκεκριμένα αυτό που θα πρέπει να καταφέρει ο μελλοντικός ενήλικας είναι να αξιοποιεί τις ικανότητές του, να διεκδικεί, να θέτει και να πετυχαίνει στόχους. Και ο καλύτερος τρόπος για να εξασκηθεί σε αυτά ένα παιδί είναι μέσα από ένα περιβάλλον συνεργασίας, σεβασμού των άλλων και ενίσχυσης της αυτοπεποίθησης καθενός.

Με τον ανταγωνισμό πράγματι προσφέρουμε ένα κίνητρο και μία ώθηση προς τα παιδιά.

Το τίμημα, ωστόσο, που πληρώνουν είναι αρκετά επιβαρυντικό για την ψυχική τους ισορροπία ακόμα και για τη σωματική τους υγεία. Από απλούς πονοκεφάλους, στομαχόπονους και οσφυαλγίες μέχρι άγχος, καχυποψία, εχθρότητα.  Και αυτά γιατί μοιραία αυτή η αέναη μάχη των συγκρίσεων φέρνει τον ηττημένο σε ένα διαρκή αγώνα γενικότερης αντιπαραβολής στη ζωή του με όλους σε κάθε περίσταση. Βρίσκεται σε μία μόνιμη ανάγκη να αποδείξει την αξία του να είναι καλός, ιδανικά καλύτερος από τους άλλους. Αναδεικνύεται έτσι είτε σε έναν ματαιόδοξο ενήλικα είτε σε έναν δυστυχισμένο ενήλικα.

επικοινωνία-δασκάλεμα

Ο αποτελεσματικότερος τρόπος για να αποφεύγουμε τις συγκρίσεις είναι να μιλάμε απευθείας στο παιδί για το οποίο ενδιαφερόμαστε κάθε φορά.

Χωρίς καμία αναφορά στον αδερφό ή την αδερφή του. Είτε θέλουμε να το επαινέσουμε είτε να του εκδηλώσουμε τη δυσαρέσκειά μας για κάποια συμπεριφορά του, το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι απλώς να περιγράψουμε στο παιδί αυτό που βλέπουμε, αυτό που μας άρεσε ή δεν μας άρεσε. Μένουμε εστιασμένοι στη συμπεριφορά του παιδιού στο οποίο απευθυνόμαστε. Δεν το αφορά τίποτα που να σχετίζεται με τον αδερφό ή την αδερφή του.

Ειδικά για να επαινέσουμε το κατόρθωμα του ενός παιδιού, καλό είναι κανένα άλλο παιδί να μην είναι μπροστά.

Βέβαια αυτό δεν είναι πάντα εφικτό. Αν για παράδειγμα το ένα μας παιδί μας ανακοινώσει είτε κάποια διάκριση στο άθλημά του είτε κάποια επιτυχία σε διαγώνισμα του σχολείου την ώρα του φαγητού ή παρουσία και των άλλων αδερφών του, δεν θα είναι καλό να το απογοητεύσουμε και να αδιαφορήσουμε για την επιτυχία του. Από την άλλη οφείλουμε να λάβουμε υπόψη και το πώς μπορεί να νιώσει το άλλο παιδί. 

επικοινωνία-δασκάλεμα

Σε αυτή την περίπτωση και πάλι η περιγραφή της κατάστασης είναι που μπορεί να μας βγάλει από τη δύσκολη θέση.

Το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε, δηλαδή, είναι να περιγράψουμε αυτό που πιστεύουμε πως νιώθει το παιδί για το επίτευγμά του. Για παράδειγμα «είδες; Η σκληρή σου δουλειά σε αντάμειψε» ή «θα πρέπει να είσαι πολύ περήφανος/η». Σε κάθε περίπτωση ας αποφύγουμε να προσθέσουμε σχόλια σχετικά με τα δικά μας συναισθήματα ενθουσιασμού, υπερηφάνειας και ικανοποίησης μπροστά στα άλλα παιδιά. Ας τα κρατήσουμε μόνο για τα αφτιά του παιδιού στο οποίο αφορούν.

Και τι γίνεται όταν τα παιδιά έρχονται στους γονείς με εμφανή πρόθεση να συγκριθούν;

Ή όταν επιδιώκουν να αποσπάσουν περισσότερη ικανοποίηση από τη μαμά ή το μπαμπά σε σχέση με αυτή που θα προσφέρει ο άλλος; Για παράδειγμα έστω ότι παίρνουν βαθμούς στο σχολείο την ίδια μέρα. Το ένα παιδί δείχνει περήφανο που κατάφερε να βελτιώσει αρκετά τη βαθμολογία του σε σχέση με το προηγούμενο διάστημα ενώ το άλλο έρχεται να επιδείξει το απόλυτο άριστα. Προφανώς ο γονιός είναι περήφανος για το κάθε παιδί ξεχωριστά επειδή το καθένα πέτυχε το δικό του μοναδικό στόχο. Και αυτό είναι που πρέπει να καταστήσει σαφές και στα παιδιά, τονίζοντας ότι εδώ δεν χωρούν συγκρίσεις.

επικοινωνία-έπαινος

​Αν θέλουν τα ίδια μεταξύ τους να κάνουν συγκρίσεις και «κόντρες» αυτό είναι κάτι που δεν χρειάζεται να ελέγξουμε απαραίτητα ως γονείς.

Εκείνο που έχει νόημα να τους καταστήσουμε σαφές είναι ότι εμείς δεν ενδιαφερόμαστε να τα συγκρίνουμε μεταξύ τους. Ότι μας ενδιαφέρει να δούμε ξεχωριστά με το καθένα πώς αποτυπώνεται στους βαθμούς η προσπάθεια που έχουν καταβάλει το προηγούμενο διάστημα. Κυρίως χρειάζονται να τους δείξουμε ότι μας ενδιαφέρει να μάθουμε πώς αισθάνονται τα ίδια με την πρόοδό τους ώστε να καταλάβουν ότι μας νοιάζουν τα ίδια ως άτομα και όχι ως νούμερα.

Και αυτό σχετίζεται και με την επίσης αέναη μάχη των γονιών για ίση μεταχείριση.

Και λέω των γονιών γιατί συνήθως είναι αυτοί που πασχίζουν να αποδείξουν στα παιδιά τους ότι τα αγαπάνε όλα το ίδιο, κανένα λιγότερο και κανένα περισσότερο. Και μπαίνουν συχνά στη διαδικασία να μεταχειρίζονται τα παιδιά με αριθμητικά ίσο τρόπο σε μία προσπάθεια να είναι πάντα ακριβοδίκαιοι. Και φυσικά είναι και τα ίδια τα παιδιά που κάνουν μεταξύ τους συγκρίσεις και διεκδικούν ακριβώς τα ίδια πράγματα με τα αδέρφια τους στο βωμό της ίσης μεταχείρισης. Αφού για παράδειγμα αφιέρωσε ο μπαμπάς ή η μαμά δέκα λεπτά στο ένα παιδί, τόσο ακριβώς χρόνο θα διεκδικήσει και το άλλο. Αν αγόρασαν πιτζάμες στο παιδί που του μίκρυναν οι παλιές του, πιτζάμες ζητάει και το άλλο και ας έχει κλπ.

επικοινωνία-έπαινος

Είναι όμως αυτό, δηλαδή η αριθμητική ισότητα το ζητούμενο;

Με άλλα λόγια το ίσο είναι πάντα και το δίκαιο; Αντί να αγχωνόμαστε για το πώς θα μοιράζουμε τα πάντα ακριβοδίκαια, ας εστιάζουμε στις αληθινές ανάγκες του κάθε παιδιού. Αντί να διαβεβαιώνουμε τα παιδιά μας ότι τα αγαπάμε όλα το ίδιο, ίσως θα νιώθουν μεγαλύτερη ικανοποίηση αν τους δείξουμε ότι το καθένα είναι ξεχωριστό και αναντικατάστατο για εμάς. Το ίδιο συχνά μπορεί να μεταφραστεί ως ανεπαρκές, ως λιγότερο. Δεν είναι αυτό που περιμένει πάντα να ακούσει ένα παιδί. Ενώ το μοναδικό αντικατοπτρίζει την αληθινή αξία του κάθε παιδιού για το γονιό του. Σημαίνει ότι εισπράττει την αγάπη που πράγματι χρειάζεται.

Το ίδιο ισχύει και με το χρόνο.

Ο μαθηματικά ίσος χρόνος μπορεί να είναι ανεπαρκής όταν δεν φτάνει για να εισπράξει το παιδί την αποκλειστική βοήθεια που χρειάζεται. Και εδώ είναι σημαντικό να προσφέρουμε στο κάθε παιδί το χρόνο που έχει ανάγκη στα αλήθεια. Και όταν ακόμα αυτό δεν είναι εφικτό λόγω και των λοιπών υποχρεώσεών μας ως γονείς, το σημαντικό για το «αδικημένο» παιδί είναι να δείξουμε κατανόηση και αποδοχή για το αίσθημα απογοήτευσης που ενδεχομένως βιώνει. Κάτι τέτοιο θα το βοηθήσει στη γενικότερη διαχείριση των ανισοτήτων που θα συναντήσει και εκτός του προστατευμένου περιβάλλοντος του σπιτιού, ακόμα και στην ενήλικη ζωή του.

επικοινωνία-έπαινος

Υπάρχουν βέβαια και οι περιπτώσεις γονέων που πράγματι ξεχωρίζουν κάποιο από τα παιδιά τους.

Άλλοι το δείχνουν ενώ άλλοι προσπαθούν να μην το δείχνουν για να μην πληγώσουν το άλλο παιδί ή τα άλλα παιδιά. Και συνήθως τα προβλήματα από αυτό το σημείο ξεκινάνε. Όταν δηλαδή η διάκριση αρχίζει να γίνεται ορατή από τα παιδιά. Πώς θα καταφέρουμε να προστατεύσουμε τα παιδιά μας από τις προεκτάσεις μιας τέτοιας κατάστασης; Για την ακρίβεια από τον εαυτό μας και τα συναισθήματα που εμείς νιώθουμε προς το ένα εκλεκτό μας παιδί;

Κατ’ αρχάς η αφετηρία για την αντιμετώπιση μιας τέτοιας κατάστασης είναι όπως και σε όλα τα θέματα η αποδοχή.

Και μιλώ για την αποδοχή και την επίγνωση από εμάς τους ίδιους της δικής μας αυτής αδυναμίας. Αν είμαστε αρκετά ειλικρινείς με τους εαυτούς μας αυτομάτως μας είναι ευκολότερο να προστατέψουμε τα παιδιά μας. Όχι μόνο τα λιγότερο ευνοημένα ή αγαπητά αλλά και το εκλεκτό της καρδιάς μας. Και τούτο γιατί το παιδί που βιώνει μια τέτοια κατάσταση, όπως έχουμε αναφέρει και παραπάνω, βρίσκεται σε έναν διαρκή αγώνα διατήρησης του τίτλου του με τις προεκτάσεις βέβαια που είπαμε ότι μπορεί να έχει μια τέτοια διάκριση.

επικοινωνία-έπαινος

Όσο για τα δικά μας αισθήματα, τις ενοχές που μπορεί να νιώθουμε όταν φερόμαστε έτσι, ας μην αυτομαστιγωνόμαστε.

Είναι πολύ σύνηθες και φυσιολογικό ένας γονιός να μην μιλάει σε όλα τα παιδιά με την ίδια θέρμη. Μπορεί να έχει παραπάνω ανησυχία, αδυναμία ή ευαισθησία για κάποιο. Μπορεί να συντρέχουν ακόμη και λόγοι υγείας, κάποια αναπηρία π.χ. που να καθιστά κάποιο από τα παιδιά μας πιο ευάλωτο και πιο εξαρτημένο από εμάς. Αυτό που πραγματικά έχουν ανάγκη τα παιδιά είναι να βρούμε τα σημεία που κάνουν το κάθε μας παιδί μοναδικό. Αν τα αναδείξουμε, το κάθε παιδί θα νιώσει ότι έχει τη δική του ξεχωριστή και αναντικατάστατη θέση στην καρδιά μας!!!

Βιβλιογραφία: Αντέλ Φέιμπερ & Ιλέιν Μάζλις, Αδέλφια, όχι αντίπαλοι, βοηθήστε τα παιδιά σας να ζουν μαζί αρμονικά, Εκδόσεις Πατάκη, 2018, σελ. 87-129