Αντιμετωπίζοντας οικογενειακά προβλήματα με τις κατάλληλες ερωτήσεις

Όταν στην ζωή μας ανακύπτει ένα πρόβλημα, είτε αφορά στη δουλειά είτε στην οικογένεια είτε ιδίως στο παιδί μας, αυθόρμητα η πρώτη ερώτηση που μας έρχεται είναι το «Γιατί;».

«Γιατί δεν φέρνει καλούς βαθμούς στα μαθήματα;», «γιατί αντιδρά πάντα απότομα, επιθετικά;» και πολλά ακόμα παραδείγματα. Ωστόσο αυτή η ερώτηση δεν βοηθά σχεδόν καθόλου στην επίλυση του όποιου προβλήματος. Είναι στατική, χωρίς ενέργεια, μας κρατά ακίνητους μπροστά στο πρόβλημα. Ειδικά ως προς τη συμπεριφορά ενός παιδιού, δεν βοηθά καθόλου στο να την επεξεργαστούμε και να την εξηγήσουμε, μιας και οι παράγοντες που την καθορίζουν είναι πολλοί και περίπλοκοι.

Αντίθετα, το «γιατί» εστιάζει στο αρνητικό της συμπεριφοράς με αποτέλεσμα απλώς να ενοχοποιεί το άτομο.

Συχνά πιστεύουμε ότι οφείλουμε να αναζητήσουμε την αιτία ενός προβλήματος ανατρέχοντας στο παρελθόν προκειμένου να το κατανοήσουμε και να το εξηγήσουμε. Και μπορεί πράγματι να είναι χρήσιμη αυτή η προσέγγιση, ωστόσο δεν αρκεί πάντοτε από μόνη της για να λύσουμε ένα πρόβλημα. Το βασικότερο και δυσκολότερο για να ξεπεράσουμε μια δυσκολία είναι να αποδεχτούμε ότι κάτι πρέπει να αλλάξουμε, σκέψεις συνήθειες, τον εαυτό μας γενικότερα.

γιατί-πώς

Αυτό προϋποθέτει θέληση και σχετίζεται αποκλειστικά με το παρόν.

Και η ερώτηση που είναι εδώ χρήσιμη είναι το «Πώς;». Το «πώς;» μας βοηθά να κάνουμε υποθέσεις για τις αιτίες των τωρινών δυσκολιών, προσδιορίζει καλύτερα το πρόβλημα ώστε να διαφανούν και οι πιθανές λύσεις. Το «πώς» δεν εστιάζει στην «ισχυρότερη» από τις αιτίες ενός προβλήματος αλλά σε αυτήν που δίνει μεγαλύτερο περιθώριο παρέμβασης προς μια θετική αλλαγή. Εμπεριέχει περισσότερες πιθανές λύσεις και δυνητικές εναλλακτικές.

«Πώς θα καταφέρω να εξαλείψω τη Χ συμπεριφορά του παιδιού μου;»,

«Πώς θα το βοηθήσω να επιδεικνύει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τα μαθήματα;», «Πώς θα το ενθαρρύνω να αποκτήσει ευγενικούς τρόπους;».  Αυτές οι ερωτήσεις είναι ελάχιστα παραδείγματα που από μόνα τους μας ωθούν να σκεφτούμε τρόπους και ιδέες για να λύσουμε ένα πρόβλημα, να αλλάξουμε μια συμπεριφορά ή μια μη αρεστή κατάσταση. Το σημαντικότερο είναι ότι ακριβώς επειδή εστιάζουν στην εξεύρεση λύσεων, δεν στιγματίζουν και δεν ενοχοποιούν! Το «πώς» μας βγάζει τελείως από τη νοοτροπία της αναζήτησης ενός ενόχου ή μίας συγκεκριμένης αιτίας για το πρόβλημα. Εξάλλου συχνά δεν έχουμε τις γνώσεις να εντοπίσουμε την αληθινή αιτία ή την ισχυρότερη από τις πολλές αιτίες.

επικοινωνία-επίλυση προβλήματος

Είναι άλλωστε εξαιρετικά δύσκολο να προσδιορίσουμε τους  πλείστους και πολύπλοκους παράγοντες που καθορίζουν την ανθρώπινη συμπεριφορά.

Ιδίως δε αναφορικά με την ανατροφή των παιδιών ακόμα και σε επιστημονικό επίπεδο δεν μπορεί να εκτιμηθεί με βεβαιότητα σε ποιο βαθμό ο Χ παράγοντας επηρεάζει περισσότερο ή λιγότερο από τον Ψ στη δημιουργία ενός προβλήματος. Για αυτό είναι χρησιμότερο να καταφεύγουμε στο «πώς» σε σχέση με το «γιατί». Γιατί απλώς αρκείται στο να αναγνωρίσει τους παράγοντες που προκαλούν ένα πρόβλημα στην οικογένεια ή στο παιδί, χωρίς να τους διογκώνει, όπως κάνει το «γιατί». Κατ’ ουσίαν μεταφράζεται σε «τι κάνουμε τώρα;» ενώ το γιατί σε «Ποιος φταίει;».

Πρόκειται για μια θετική επίθεση στο πρόβλημα, στοχεύοντας σε μια ενθαρρυντική αλλαγή που μας βοηθά να ξεχνάμε το παρελθόν και να συγχωρούμε παλιά λάθη.

Αντιθέτως, βυθιζόμενοι στα «γιατί» λειτουργούμε με «καταθλιπτικό» τρόπο αφού πνιγόμαστε από τα προβλήματα και δεν προσπαθούμε να απεγκλωβιστούμε. Δεν μπορούμε να αποδεσμευτούμε από το παρελθόν και να ξεχάσουμε παλιά λάθη. Για να προχωρήσουμε, όμως, τη ζωή μας που διαδραματίζεται στο σήμερα πρέπει σήμερα να δράσουμε, σήμερα να αναθεωρήσουμε και να σταματήσουμε να αναμασάμε τα «γιατί» του παρελθόντος αλλά να μεταβούμε στα «πως» του παρόντος!

πώς-ακούω-προσοχή

Είναι γεγονός πως επηρεαζόμαστε πολύ από θεωρίες σχετικά με το πόσο καθοριστικό είναι το παρελθόν, τα βιώματα και τα τραύματα των περασμένων χρόνων για τη διάπλαση ενός παιδιού.

Πλέον, όμως, υποστηρίζεται όλο και ευρύτερα μεταξύ των επιστημονικών κλάδων ότι το παρόν επηρεάζει το παιδί μας εξίσου ή και περισσότερο από το παρελθόν. Εν ολίγοις, αλλάζοντας την τωρινή μας στάση απέναντι στο παιδί μας, δουλεύοντας στο παρόν τη σχέση μας μαζί του, είναι εφικτό να αλλάξουμε το ασυνείδητό του. Ακόμα και ένα τραύμα που μπορεί να οφείλεται σε σοβαρή συναισθηματική ανεπάρκεια κατά την πρώιμη παιδική ηλικία, μπορεί να επουλωθεί με την κατάλληλη συναισθηματική φροντίδα, σε ένα υγιές, θετικό και ενθαρρυντικό περιβάλλον.

Στην πραγματικότητα αυτό που καθορίζει πόσο τραυματικό αποβαίνει ένα γεγονός για ένα παιδί δεν είναι το πόσο νωρίς έλαβε χώρα στη ζωή του αλλά η μικρή ή μακρά του διάρκεια.

Για να επιλύσουμε, λοιπόν, προβλήματα που αφορούν στη συμπεριφορά των παιδιών μας, στη σχέση μας μαζί τους ή και με το σύντροφο αλλά και κάθε μέλος της οικογένειάς μας, για να διορθώσουμε προβληματικές καταστάσεις δεν αρκεί απλώς να διερωτηθούμε ποια είναι η αιτία τους. Πρέπει πρωτίστως να αναλογιστούμε τι πρέπει να κάνουμε για να τις αλλάξουμε, πώς να δράσουμε και τι να διαφοροποιήσουμε στη στάση μας! Οι κατάλληλες ερωτήσεις είναι αυτές που θα μας οδηγήσουν στις βέλτιστες λύσεις!

ΠΗΓΗ:

Μισέλ Μαζιάντ: Οδηγός για προβληματισμένους γονείς. Η αντιμετώπιση των «δύσκολων» παιδιών,  μετάφραση: Αλέξανδρος Πανούσης, Εκδόσεις Διάπλαση 2018, σελ. 93-140

(περισσότερα για το βιβλίο εδώ)

Άλλες προτάσεις παρόμοιων βιβλίων στη στήλη μας: προτάσεις βιβλίων για γονείς