​Είναι σύνηθες να ακούμε παιδιά να λένε με σχετική ευκολία «σε μισώ».

Στους γονείς, στα αδερφάκια τους, σε φίλους ή ακόμα και σε άλλους ενήλικες. Τις περισσότερες φορές μας πιάνει πανικός, δυσαρέσκεια και άγχος. Παίρνουμε τοις μετρητοίς το μίσος που εκδηλώνει το παιδί  και σπεύδουμε να το ακυρώσουμε ή να το διορθώσουμε. Θεωρούμε ότι το μίσος είναι κάτι απαγορευμένο για τα παιδιά και προσπαθούμε να το εξαφανίσουμε. Στην πραγματικότητα η εκδήλωση μίσους από τα παιδιά δεν θα πρέπει να μας φοβίζει ούτε να μας ανησυχεί. Κατ’ ουσίαν, πρόκειται για «καμουφλαρισμένα» αισθήματα θυμού, οργής, απογοήτευσης, ματαίωσης. Απλώς το παιδί δεν μπορεί να τα διαχειριστεί ή είναι τόσο έντονα που θέλει οπωσδήποτε κάπως να τα εκφράσει. Και πρέπει να τα εξωτερικεύσει ώστε να μπορέσει στη συνέχεια να δει το πραγματικό πρόβλημα στην ουσία του. Μόνο έτσι θα τα επεξεργαστεί, θα αναθεωρήσει τα γεγονότα και θα καταφέρει να βρει ενδεχόμενες λύσεις.

Σίγουρα αυτό που θέλουμε να πετύχουμε είναι να μην προβαίνει το παιδί μας σε εκδηλώσεις μίσους.

Για να το πετύχουμε όμως θα πρέπει να βοηθήσουμε το παιδί να ανακαλύψει την αιτία που προκάλεσε το αίσθημα μίσους. Και για να γίνει αυτό θα πρέπει το παιδί να νιώθει ασφαλές ώστε να μας μιλήσει για αυτό. Και εμείς οφείλουμε να του παράσχουμε τα απαραίτητα εφόδια και γλωσσικά και νοητικά. Στόχος αφενός να μην πληγώσει κάποιον άλλο αφετέρου να δει ότι η πραγματικότητα δεν είναι τόσο τραγική όσο φαντάζει.

επικοινωνία-διαταγή

Το σίγουρο είναι πως τα παιδιά ξεπερνούν γρηγορότερα ένα πρόβλημα όταν δεν τα λογοκρίνουμε και νιώθουν ελεύθερα να εκφραστούν.

Με τις κατάλληλες ερωτήσεις χωρίς να αμφισβητούμε αυτό που εκφράζουν, θα βοηθήσουμε τα παιδιά να ανασύρουν το πραγματικό συναίσθημα. Έτσι θα καταφέρουν να αποτινάξουν τη δυσαρέσκειά τους. Θα ηρεμήσουν ή ακόμη θα χαρούν με τη συνειδητοποίηση ότι «δεν έγινε και τίποτε το φοβερό». Με τον καιρό, μάλιστα, μαθαίνουν να «μεταφράζουν» το μίσος και να εκδηλώνουν τα πραγματικά συναισθήματα αντί του υποτιθέμενου μίσους. Ακόμη, μαθαίνουν να έχουν εφικτές προσδοκίες ώστε δεν ταράζονται ούτε απογοητεύονται όταν δεν επιτυγχάνεται αυτό που έχουν στο μυαλό τους.

Και όταν το μίσος που εξαπολύουν έχει ως αποδέκτη επίσης παιδί;

Τι πρέπει να κάνουμε πρακτικά για να σταματήσει το παιδί μας να εκφράζει μίσος προς άλλα παιδιά; Ή ακόμα όταν το παιδί μας γίνεται αποδέκτης μίσους από άλλα παιδιά; Εν ολίγοις εμείς οι γονείς οφείλουμε να «απορροφήσουμε» την εκδήλωση μίσους από το παιδί μας προς κάποιο άλλο πρόσωπο. Ένας τρίτος είναι πιθανότερο να πάρει στα σοβαρά τη συγκεκριμένη αποκάλυψη του παιδιού. Ειδικά όταν αυτό στρέφεται προς κάποιο άλλο παιδί είναι και πιο εύκολο αυτό να πληγωθεί. Γι’ αυτό καλό είναι να ενθαρρύνουμε το παιδί μας να έρχεται σε εμάς να εκμυστηρεύεται τα συναισθήματα και τα προβλήματά του. Αυτό προϋποθέτει ότι είμαστε πρόθυμοι να το ακούσουμε χωρίς να το επιπλήξουμε ή να το ακυρώσουμε. Κυρίως, όμως, χωρίς να ακυρώνουμε ή να διαψεύδουμε το αίσθημα που εξωτερικεύει. Και αυτό γιατί τα παιδιά ενστικτωδώς αντιλαμβάνονται το άγχος που προσπαθούμε να κρύψουμε παρά τα καθησυχαστικά μας λόγια.

επικοινωνία-επίπληξη

Συγχρόνως μαθαίνουν να νιώθουν άσχημα όταν εισπράττουν μία προσβολή τη στιγμή που στόχος μας θα πρέπει να είναι να ενισχύσουμε τον αυτοσεβασμό τους.

Για αυτό και οφείλουμε να θωρακίζουμε την πίστη στην αξία τους και την αυτοεκτίμησή τους, ιδίως όταν αυτή βάλλεται από προσβλητικά ή υποτιμητικά σχόλια. Μπορούμε δηλαδή να κάνουμε ερωτήσεις στο παιδί σχετικά με το πως βλέπει το ίδιο τον εαυτό του και αν θεωρεί το ίδιο ότι ισχύουν όσα του προσάπτουν (π.χ. αν πιστεύει ότι πράγματι τον θεωρούν βλάκα, μικρό κλπ.). Έτσι το παιδί θα ανακτήσει την αυτογνωσία και την εσωτερική του δύναμη. Ακόμα, όμως, και αν βάλει τα κλάματα θα λυτρωθεί από το άγχος και την αμφισβήτηση της αξίας του.

Γενικότερα το να χρησιμοποιούμε βοηθητικές και εξακριβωτικές ερωτήσεις βοηθά το παιδί όχι μόνο να αναγνωρίσει τα συναισθήματά του.

Κυρίως το βοηθά να αποχαρακτηρίσει τον εαυτό του από θύμα και από την ανάγκη να χρεώσει την κατάστασή του σε κάποιου το φταίξιμο. Και αυτό γιατί τόσο το μίσος όσο και ο θυμός συνδέονται με μία παρελθούσα κατάσταση την οποία το παιδί δεν μπορεί να επηρεάσει ή να αλλάξει. Το μόνο που μπορεί να ελέγξει είναι τα παρόντα αισθήματα και πράξεις του ιδίου και για αυτό χρειάζεται τη βοήθειά μας.

Εν ολίγοις, όταν ικανοποιούμε τις ατομικές ανάγκες των παιδιών και αφουγκραζόμαστε τα συναισθήματά τους, περιορίζουμε και τη μνησικακία ανάμεσα στα παιδιά. Αν εμείς τα αποδεχόμαστε θα μειώσουν τα ξεσπάσματα σε φίλους ή ακόμη και στα αδέρφια τους. Η επικύρωση της κατάστασης που αντιμετωπίζει το παιδί θα το φέρει ενώπιον των πραγματικών αισθημάτων που κρύβονται πίσω από το μίσος και θα του μάθει να τα βιώνει χωρίς έντονες αντιδράσεις και ξεσπάσματα ή μομφές προς άλλα πρόσωπα.

επικοινωνία-επίπληξη

Ιδιαίτερα προσεκτικοί οφείλουμε να είμαστε όταν ένα παιδί εκδηλώνει έντονα κάποια απειλή ή βίαιη φαντασίωση.

Αν λόγου χάρη ένα παιδί πει ότι εύχεται να πεθάνει ο αδερφός ή η αδερφή του, αυθόρμητα θα ανησυχήσουμε και θα πανικοβληθούμε. Σίγουρα μας προκαλεί φόβο το γεγονός ότι το παιδί μας εκφράζει τόσο άσχημες σκέψεις και επιθυμίες. Αν όμως το ακυρώνουμε με την απειλή τιμωρίας, επικρίνουμε ή αμφισβητούμε αυτό που εκφράζει, το μόνο που θα πετύχουμε είναι να θάψει μέσα του τον πόνο που του προκαλεί η πραγματική αιτία των αισθημάτων του. Τότε θα βυθιστεί στην απελπισία και την απομόνωση εκδηλώνοντας ακόμη περισσότερη επιθετικότητα.

Και δεν θα πρέπει να φοβόμαστε να αναγνωρίσουμε και να επικυρώσουμε τόσο αρνητικά συναισθήματα. Εξάλλου η επικύρωσή τους δεν ταυτίζεται με την έγκριση της πραγματοποίησης της απειλής που εκτοξεύει το παιδί. Είναι όμως ιδιαίτερα χρήσιμο να αντιμετωπίσουμε τέτοιες εκδηλώσεις βίας, οργής ή μίσους ως «οχήματα» έκφρασης πραγματικών συναισθημάτων. Γιατί η έκφρασή τους είναι αυτή που θα αποτρέψει την υλοποίηση της βίαιης πράξης, αφού εκτονώνεται η οδύνη του παιδιού. Ίσως να μας βοηθήσει ή να μας ανακουφίσει η διαπίστωση ότι μια τέτοια εξωτερίκευση το μόνο που δηλώνει είναι η ένταση του συναισθήματος και σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να μεταφράζεται ως αληθινή πρόθεση του παιδιού να βλάψει κάποιον. Η πραγματική εκδήλωση βίαιης συμπεριφοράς συνδέεται με επαναλαμβανόμενη και χρόνια ακύρωση και εξουδετέρωση της προσωπικότητας και των αναγκών ενός παιδιού.

επικοινωνία-δασκάλεμα

Αν δείξουμε στο παιδί ότι συμμεριζόμαστε το θυμό του, το απαλλάσσουμε από πιθανές ενοχές και ντροπή που προέρχονται από την αίσθηση «απαγορευμένου» όσων αισθάνεται.

Μάλιστα βοηθά να εκμυστηρευτούμε και εμείς κάποιο αντίστοιχο περιστατικό που οι ίδιοι νιώσαμε παρόμοια συναισθήματα. Αν δεν αναλωθούμε σε λεπτομέρειες που ενδεχομένως μετατοπίσουν την προσοχή από το παιδί στο πρόσωπό μας, μπορούμε να το ανακουφίσουμε με την πίστη ότι είναι πολύ φυσιολογικό να νιώθουμε κάποιες φορές άσχημα και να επιθυμούμε κάτι αρνητικό για κάποιον. Κυρίως, πρέπει τα παιδιά να είναι σίγουρα ότι η αγάπη μας δεν αλλοιώνεται ούτε επηρεάζεται από μία βίαιη φαντασίωση ή ένα άσχημο συναίσθημα που μπορεί να νιώθουν. Ακόμα και όταν πρόκειται για αδελφική αντιζηλία πάλι η αντιμετώπιση οφείλει να είναι η ίδια. Αν υπάρχει κάτι που θα πρέπει να φοβόμαστε σίγουρα δεν είναι η έκφραση μίσους αλλά το αντίθετο. Η κατάπνιξη τέτοιων έντονων συναισθημάτων είναι που γεννά επιθετικότητα και βίαια ξεσπάσματα.

Καλό είναι βέβαια να μην αναμένουμε μία τεράστια αλλαγή από τη μία φορά στην άλλη.

Ούτε ότι οι εκδηλώσεις μίσους θα εξαλειφθούν με μιας. Κάτι τέτοιο όμως δεν χρειάζεται να μας αποθαρρύνει ούτε να μας εμποδίζει να συνδεθούμε με το παιδί όσες φορές χρειαστεί. Ας μην ξεχνάμε ότι το παιδί δεν θα πάψει να επιθυμεί τον έλεγχο των επιλογών του οπότε θα συνεχίσουν να υπάρχουν στιγμές που π.χ. δεν θα θέλει να μοιραστεί κάποιο παιχνίδι. Το θέμα δεν είναι να σταματήσουν τα αρνητικά συναισθήματα ούτε να εξαλειφθούν δια παντός οι διαφωνίες αλλά να ακούσουμε κάθε φορά το παιδί και να το κάνουμε να νιώσει πως έχει την ευχέρεια των επιλογών του.

επικοινωνία-δασκάλεμα

Το ζητούμενο κάθε φορά είναι η ουσιαστική επικοινωνία.

Να μην έχει το παιδί αναστολές ή φόβο να μας μιλήσει για ό,τι αισθάνεται όσο αρνητικό κι αν είναι. Και κυρίως να μην τρέφει το άγχος και την ανασφάλεια ότι η αγάπη μας καθορίζεται από σωστές ή λάθος σκέψεις ή πράξεις. Μεγαλώνοντας, θα είναι σε θέση να ξεπεράσει το μίσος και να διακρίνει τη φαντασία από την πραγματικότητα. Έτσι θα ωριμάζει μέσα του η ελευθερία και η ψυχική ισορροπία ολοένα και περισσότερο.

Φυσικά τα ίδια ισχύουν και όταν αποδέκτες του μίσους είμαστε οι ίδιοι οι γονείς.

Μιας και είμαστε και εμείς άνθρωποι είναι πολύ πιθανό να κάνουμε λάθη όπως να επιδείξουμε συμπεριφορά προσβλητική προς το παιδί, εξουσιαστική κλπ. Και πάλι οφείλουμε να ακούσουμε το παιδί και κυρίως να αναγνωρίσουμε το λάθος μας. Ακόμα και αν η συμπεριφορά μας επιβάλλεται από επείγουσες περιστάσεις π.χ. του φωνάζουμε ή το αρπάζουμε με δύναμη από το χέρι και το τραβάμε την ώρα που ετοιμάζεται να τρέξει στο δρόμο ενώ περνούν αυτοκίνητα. Και πάλι το παιδί έχει προσβληθεί οπότε ομοίως πρέπει να ακολουθήσουμε την ίδια τακτική. Να αναγνωρίσουμε τα συναισθήματά του, να αποδεχτούμε ότι η συμπεριφορά μας του ήταν δυσάρεστη και φυσικά να εξηγήσουμε τη στάση μας. Αν εκθέσουμε τα δικά μας συναισθήματα και προσφέρουμε λύσεις αντί να κάνουμε κήρυγμα, η δυσαρέσκεια και ο φόβος θα υποχωρήσουν.

επικοινωνία-έπαινος

Και πάλι χρειάζεται να ενθαρρύνουμε το παιδί να εξωτερικεύσει τη μνησικακία που νιώθει.

Σίγουρα θα φέρει στην επιφάνεια και πράγματα που αφορούν εμάς και ίσως είναι ευκαιρία να τα επανεξετάσουμε και να βελτιωθούμε. Κυρίως, όμως, θα δώσει στο παιδί την ευκαιρία να καταλάβει ότι το πρόσκαιρο μίσος, το παροδικό ξέσπασμα δεν επηρεάζει τη δική του αγάπη προς εμάς, ακριβώς όπως δεν επηρεάζει τη δική μας αγάπη προς το ίδιο. Είναι, μάλιστα, πιθανό το παιδί να καταφέρει να διαχωρίσει τον εαυτό του από τη δυσάρεστη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στο μυαλό του.

Εν ολίγοις οι αντιδράσεις μας όταν είναι ιδιαίτερα φορτισμένες, πιεστικές ή απότομες μπορεί να προκαλέσουν φόβο, θυμό ή απογοήτευση στο παιδί. Δεν θέλουν στα αλήθεια να μας πληγώσουν αλλά μονάχα να εκφράσουν μία ανάγκη τους, την οποία καλό είναι να περιβάλουμε με στοργή και αγάπη. Έτσι το παιδί μας αισθάνεται δίπλα του, συμμάχους και όχι εχθρούς, και δεν θα το κατακλύσουν όλα αυτά τα άσχημα συναισθήματα. Αντιθέτως, θα εισπράξει τη στοργή μας και δεν θα απαξιώσει τον εαυτό του. Μεγαλώνοντας, όμοια θα αντιμετωπίζει και αντίστοιχα περιστατικά με άλλα πρόσωπα πέραν ημών.

Βιβλιογραφία: Naomi Aldort, Αναθρέφοντας τα παιδιά μας αναθρέφουμε τον εαυτό μας, σελ. 238-257, εκδόσεις Αλκυών 2010