Με ποιον τρόπο μπορούμε να αναθέσουμε ή να βάλουμε τα παιδιά μας σε ρόλους;

Και τι εννοούμε ως ρόλο; Γιατί το κάνουμε αυτό; Είναι καλό ή κακό για τα παιδιά; Τι αντίκτυπο μπορεί να έχει στα ίδια και πώς αντιλαμβάνονται τα παιδιά αυτή μας τη στάση;

Είναι φορές που οι γονείς νιώθουμε την ανάγκη να ενισχύσουμε το εγώ ενός παιδιού, να του χτίσουμε λίγη παραπάνω αυτοπεποίθηση.

Είτε επειδή του έχουμε αδυναμία είτε επειδή νιώθουμε ότι είναι πιο διστακτικό στο να παίρνει πρωτοβουλίες και αποφάσεις για τον εαυτό του. Ακόμα μπορεί να προσπαθούμε εμείς αντί για εκείνο να ανακαλύψουμε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του γνωρίσματα, τις κλίσεις και τα ταλέντα του. Ή ακόμη μπορεί να θεωρούμε δεδομένο ότι πρέπει να έχει από νωρίς κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον, κάποια αγαπημένη ασχολία όπως κάποιο άθλημα, κάποιο μουσικό όργανο, κάποιο χόμπι γενικότερα.

Υπάρχει πάντα και η περίπτωση να προσπαθούμε να υποδείξουμε  στα παιδιά συγκεκριμένες ασχολίες που αρέσουν σε εμάς.

Είτε εξαιτίας προσωπικού απωθημένου είτε επειδή είναι δημοφιλή και «must» να τα ακολουθούν. Ομοίως μπορεί να διακρίνουμε συγκεκριμένα στοιχεία του χαρακτήρα τους με τα οποία να τα προσδιορίζουμε. Και πάλι είναι πιθανό αυτό να απορρέει από προσωπική μας ανάγκη να ενισχύσουμε το δικό μας εγώ.

αδέρφια-ρόλους-σκάκι

Μπορεί να είναι διακαής μας πόθος τουλάχιστον ένα παιδί μας να έχει τον ιδανικό για εμάς χαρακτήρα.

Επειδή τον είχαμε και εμείς ως παιδιά ή επειδή δεν τον είχαμε αν και θα θέλαμε. Αντίστοιχα, μπορεί να θέλουμε να στρέψουμε το παιδί προς προσωπικές μας αγαπημένες ασχολίες. Θέλουμε να το κάνουμε αθλητικό ή καλλιτεχνικό ή διανοούμενο. Ακόμα και να επηρεάσουμε τις κλίσεις του προς συγκεκριμένα μαθήματα ή επαγγέλματα.

Κάπως έτσι καταλήγουμε να μοιράζουμε ρόλους στα παιδιά μας, όχι σπάνια και εις βάρος του ενός προς το άλλο.

Το ένα παιδί είναι ο αθλητικός τύπος το άλλο ο καλλιτεχνικός. Το ένα παιδί είναι ο κοινωνικός το άλλο ο ντροπαλός ή μοναχικός. Το ένα είναι πιο έξυπνο αλλά το άλλο πιο όμορφο, το ένα λειτουργεί περισσότερο με τη λογική το άλλο με τη διπλωματία. Λες και όταν ένα χαρακτηριστικό ή ένα ενδιαφέρον είναι πιο εμφανές στο ένα παιδί αυτομάτως αποκλείεται από το άλλο. Το σύνηθες πάντως φαίνεται να είναι ο ρόλος του ενός παιδιού να καθορίζει το ρόλο του άλλου. Και φαίνεται τα παιδιά να τους ακολουθούν ψυχαναγκαστικά.

επικοινωνία-διαταγή

Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ένα παιδί που αγαπάει πολύ κάποιο μουσικό όργανο αλλά δεν αποδίδει τόσο καλά όσο ο αδερφός ή η αδερφή του.

Συνήθως αποθαρρύνεται συγκρίνοντας και βλέποντας τις διαφορές. Ή οι γονείς του προσπαθούν να το πείσουν ότι είναι ανώφελο να προσπαθεί αφού δεν τα καταφέρνει εξίσου καλά. Κάπως έτσι επιδιώκουν να το στρέψουν προς κάποιο άλλο ενδιαφέρον με το οποίο θα μπορούσε να έχει καλύτερη απόδοση. Δεν αναλογίζονται ότι το πόσο καλά μπορεί να παίζει κάποιος ή το πόσο γρήγορα μαθαίνει δεν αρκεί ως κριτήριο για να ασχοληθεί ένα παιδί με κάποια δραστηριότητα. Ούτε μπορεί να καθορίσει η σύγκριση με το άλλο παιδί που παίζει «καλύτερα» το μέγεθος της αγάπης του πρώτου προς το ίδιο όργανο ή την πληρότητα και την απόλαυση που αποκομίζει ενασχολούμενο με αυτό.

Εν ολίγοις αν το ένα παιδί έχει ταλέντο σε μία δραστηριότητα, δεν θα πρέπει να αποκλείουμε τα υπόλοιπα παιδιά από αυτήν μόνο και μόνο επειδή δεν μπορούν να είναι εξίσου καλά.

Ούτε να τα ενθαρρύνουμε όταν από μόνα τους σκέφτονται να απέχουν εξαιτίας αυτού. Αντιθέτως, οφείλουμε να τους ενσταλάξουμε την πεποίθηση ότι η τέχνη, η επιστήμη, ο αθλητισμός κλπ. είναι για όλους αδιακρίτως και όχι μονάχα για τους λίγους «τέλειους». Και ότι εφόσον κάτι τους αρέσει πραγματικά, αυτό από μόνο του αρκεί για να ασχοληθούν χωρίς καμία προϋπόθεση.

αδέρφια-ταλέντο-ζωγραφική-ρόλους

Και δεν είναι απαραίτητο να βάζουμε τα παιδιά σε θετικούς ρόλους.

Μπορεί να τους προσδίδουμε και αρνητικές ιδιότητες, ελαττώματα ή στοιχεία του χαρακτήρα τους που δεν μας αρέσουν. Δίνουμε έμφαση σε αυτά επειδή ενδεχομένως να αποτελούν και δικές μας αδυναμίες ή το αντίθετο. Και τα παιδιά ακόμα και αν θέλουν να αποποιηθούν ένα τέτοιο ρόλο δεν το κάνουν. Και δεν το κάνουν για να μην διαψεύσουν τις προσδοκίες των άλλων που αναμένουν από αυτά να φέρονται με τρόπο επιβεβαιωτικό του ρόλου τους.

Δεν είναι λίγες οι φορές που τα ίδια τα παιδιά βάζουν τον εαυτό τους σε ρόλους.

Γίνονται είτε καλά για να κερδίσουν αγάπη είτε κακά για να κερδίσουν προσοχή. Αυτό το τελευταίο συνήθως συμβαίνει όταν ο ρόλος του καλού είναι «πιασμένος» από τον αδερφό ή την αδερφή. Ή ακόμη μπορεί να μην βάζουν τον εαυτό τους σε ρόλους αλλά ο ένας τον άλλο. Για παράδειγμα το ένα παιδί μπορεί να αναδεικνύει τα ελαττώματα του άλλου και να του προσδίδει αρνητικές ιδιότητες προκειμένου να εξασφαλίσει περισσότερη γονική αγάπη για το ίδιο. Ή ακόμα για να υποβιβάσει τη σημασία των δικών του ελαττωμάτων στα μάτια των γονιών τους. Και αυτές οι αρνητικές ιδιότητες δεν αποκλείεται να είναι και ανύπαρκτες. Το άλλο όμως παιδί τις καρπώνεται υποσυνείδητα ιδίως αν δεν βρεθεί κάποιος να το βοηθήσει να δει την πραγματικότητα. 

επικοινωνία-έπαινος

Βέβαια υπάρχει και το καλό ή το όμορφο κίνητρο.

Να κάνουμε δηλαδή κάθε παιδί να νιώθει ξεχωριστό μέσα στη δική του μοναδική ιδιότητα που δεν μπορεί ο μπαμπάς και η μαμά να εντοπίσει σε κανένα άλλο παιδί στην οικογένεια. Έτσι διασφαλίζουμε την σταθερή πίστη του στην αγάπη μας χωρίς συγκρίσεις και χωρίς ποσοτικά κριτήρια. Επίσης η κατανομή ρόλων μέσα στην οικογένεια πολλές φορές συμβάλλει στην ομαλή της λειτουργία, όταν ο καθένας είναι ειδικός ή δυνατός σε κάτι.

Ωστόσο, βασική μας αποστολή ως γονέων είναι να προετοιμάσουμε τα παιδιά μας για τη ζωή εκτός οικογένειας.

Και εκεί τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα. Ως ενήλικες καλούμαστε να αναλάβουμε πολλούς ρόλους ανάλογα με τις εκάστοτε περιστάσεις. Άλλοτε γινόμαστε φροντιστές των άλλων άλλοτε χρειαζόμαστε οι ίδιοι φροντίδα από τους άλλους. Άλλοτε χρειάζεται να βγούμε μπροστά με τις ενέργειές μας άλλοτε να μείνουμε πίσω. Άλλοτε πρέπει να επιβάλλουμε την τάξη άλλοτε το αντίθετο. Αλλού απαιτείται σοβαρότητα αλλού χιούμορ ή χαλαρότητα. Για να μπορέσουν μελλοντικά τα παιδιά μας να ανταποκριθούν σε όλες τις συνθήκες θα πρέπει να τα ωθήσουμε να πειραματιστούν, να ρισκάρουν, να εξερευνήσουν και να δοκιμάζουν τον εαυτό τους σε διάφορους ρόλους. Έτσι μπορεί να ανακαλύψουν ικανότητες που δεν περίμεναν ότι θα έχουν.

μπαμπάς-παιδιά-δραστηριότητες

Για να γίνει σαφέστερο αυτό ας δούμε ένα παράδειγμα.

Έστω ότι το ένα μας παιδί είναι πιο τακτικό και συμμαζεύει πάντα τα πράγματά του ενώ το άλλο αδιαφορεί για το χάος που μπορεί να επικρατεί γύρω του. Είναι πιθανό και εύλογο να ζητάμε βοήθεια για το συμμάζεμα από το παιδί που είναι πιο καλό σε αυτό, που έχει το ρόλο του τακτικού. Αν ωστόσο επιδιώξουμε κάποια φορά να ζητήσουμε βοήθεια από το άλλο παιδί, το τσαπατσούλικο ας πούμε, τότε το παιδί αυτομάτως βγαίνει από το ρόλο του. Αντιλαμβάνεται ότι ο ρόλος του τακτικού δεν είναι αποκλειστικός μονάχα για την αδερφή του ή τον αδερφό του, αλλά μπορεί και το ίδιο να είναι τακτικό και να κερδίσει αυτό το ρόλο-τίτλο. Έτσι είναι πολύ πιθανό να επιδείξει προθυμία και μάλιστα να βοηθήσει ουσιαστικά σε μία δουλειά που μπορεί να μην πιστεύαμε ότι μπορεί να φέρει εις πέρας. 

Μια ακόμα περίπτωση όπου βάζουμε τα παιδιά μας σε ρόλους χωρίς συχνά να το αντιλαμβανόμαστε είναι όταν τα προσδιορίζουμε με βάση τη σειρά γεννήσεώς τους.

Το μεγάλο, το μεσαίο και το μικρό. Και συνήθως προσδοκούμε από αυτά να φέρονται με τέτοιον τρόπο όπως απαιτείται από αυτή τη σειρά ανεξάρτητα από την ηλικία τους. Έτσι, όταν αποκτούμε δεύτερο παιδί ξαφνικά το πρώτο γίνεται ο μεγάλος αδερφός ή η μεγάλη αδερφή. Και απαιτούμε από αυτό να κάνει πράγματα μόνο του όπως να τρώει, να ντύνεται ή να υποχωρεί στα θέλω του μικρού. Και ας είναι μόλις δύο, τριών ή τεσσάρων χρονών. Αντίστοιχα, το μικρό παιδί της οικογένειας είναι πάντα το μικρό, το μωρό, που χρειάζεται συνεχώς φροντίδα, προσοχή και βοήθεια ασχέτως αν η ηλικία του του επιτρέπει να αυτοεξυπηρετείται σε αρκετά πράγματα. Ή το μεσαίο παιδί, το «σάντουιτς», όταν παύει να είναι το μεγαλύτερο ή το μικρότερο, απλώς υπάρχει.

επικοινωνία-έπαινος

Μία απλή τακτική που μπορεί να αλλάξει το πώς βλέπουμε τα παιδιά μας είναι να αποβάλλουμε τους χαρακτηρισμούς μικρός, μεσαίος, μεγάλος, μωρό κλπ.

Αποκαλώντας απλώς τον καθένα με το όνομά του, εστιάζουμε στο άτομο και όχι στο ρόλο. Κάτι τέτοιο θα μας βοηθήσει να επαναπροσδιορίσουμε τις προσδοκίες μας από το κάθε παιδί με βάση την ηλικία του και όχι τη σειρά γεννήσεώς του. Θα βοηθήσει όμως και τα ίδια τα παιδιά να μην εποφθαλμιούν το ρόλο του μωρού ή του μεγάλου αντίστοιχα. Αν λόγου χάρη το μεγαλύτερο παιδί μιμηθεί μια συμπεριφορά του μικρού αντί να το επιπλήξουμε μπορούμε να το εκλάβουμε ως ένα παιχνίδι. Τότε και για το παιδί δεν θα είναι τίποτε άλλο παρά ένα παιχνίδι, όχι μία συμπεριφορά ή κατάσταση ζηλευτή και επιθυμητή.

Και δεν είναι λίγες οι φορές που απονέμουμε αυτούς τους ρόλους και άλλους συνοδευτικούς με βάση τη δική μας σειρά γεννήσεως.

Αν π.χ. είμαστε το μεγάλο παιδί της οικογένειας τότε ταυτιζόμαστε περισσότερο με το μεγάλο μας παιδί θεωρώντας ότι το πρόβλημα είναι να είσαι ο μικρός επειδή λόγου χάρη είσαι πειραχτήρι. Ομοίως όταν είμαστε το μικρό παιδί βλέπουμε από τη δική μας σκοπιά το δικό μας μικρό παιδί ως το «θύμα» του μεγάλου αδερφού. Ή συχνά παρακολουθώντας τις διαφωνίες και τους καυγάδες τους συχνά απονέμουνε στο ένα παιδί το ρόλο του κακού και στο άλλο του καλού, ο ένας είναι που προκαλεί μπελάδες και ο άλλος πιο υποχωρητικός. Όχι απαραίτητα με βάση τη σειρά γεννήσεώς του, μπορεί και αντίστροφα.

αδερφή-σπρώχνει-μικρό-αδερφό-ρόλους

​Είναι όμως όντως έτσι τα πράγματα;

Γιατί βλέπουμε τον ένα σταθερά κακό και τον άλλο σταθερά υποχωρητικό ή καλό; Γιατί μονίμως φαίνεται να φταίει ο ένας και ο άλλος είναι πάντα το θύμα; Πώς μπορεί να αλλάξει αυτό και να απαλλαγούν τα παιδιά από αυτούς τους δεσμευτικούς και τόσο καταστροφικούς για τη σχέση τους ρόλους; Για να το πετύχουμε αυτό θα πρέπει να σταματήσουμε να βλέπουμε αυτό που φαίνεται. Θα βοηθήσει πολύ να φέρουμε στην επιφάνεια όλα αυτά τα καλά στοιχεία που πιστεύουμε ότι μπορούν να έχουν τα παιδιά μας. Για παράδειγμα αν έχουμε την προσδοκία ότι το «κακό» παιδί μπορεί να γίνει ευγενικό και το υποχωρητικό να γίνει δυναμικό, τότε αυτό πράγματι μπορεί να συμβεί. Αρκεί να αντιμετωπίζουμε τα παιδιά μας όντως με αυτό τον τρόπο. Να σταματήσουμε να χρησιμοποιούμε τις ταμπέλες του καλού και του κακού και να δείξουμε στα παιδιά αυτό που μπορούν να είναι.

Με άλλα λόγια να μην τα ταυτίζουμε με τις άσχημες πράξεις τους.

Ακόμα και αν κάνουν κάτι πολύ άσχημο αυτό δεν σημαίνει ότι η κακία, η πονηριά η μοχθηρία είναι μόνιμο στοιχείο του χαρακτήρα τους που δεν μπορεί να αποβληθεί. Αλλά για να συμβεί αυτό θα πρέπει να καταστήσουμε σαφές στο παιδί ότι αξιώνουμε από αυτό να φέρεται διαφορετικά και σωστά. Μολονότι κάθε παιδί έχει τη δική του ιδιοσυγκρασία και προσωπικότητα εκ φύσεως, αυτό δεν αποτελεί δικαιολογία για να επιτρέπουμε συμπεριφορές μη αποδεκτές. Με την καθοδήγηση και τη διαπαιδαγώγησή μας μπορούμε να βγάλουμε τα παιδιά από ρόλους που μπορεί να αναδεικνύουν μόνο αρνητικά και καθόλου θετικά γνωρίσματά τους.

αδέρφια-μαλώνουν-ρόλους

Για παράδειγμα, έστω ότι έχουμε ένα παιδί που συμπεριφέρεται συχνά ως «νταής».

Αντί να το αντιμετωπίζουμε ως τέτοιο μπορούμε να του δείξουμε ότι μπορεί να συμπεριφέρεται ευγενικά χωρίς βία. Και είναι σημαντικό να το δείξουμε αυτό και στα αδέρφια-«θύματα», τονίζοντάς τους πως ο αδερφός ή η αδερφή τους έχει την ικανότητα να φερθεί κόσμια και ευγενικά (π.χ. ξέρεις πώς να ζητήσεις πίσω το παιχνίδι σου χωρίς βία, ο αδερφός σου ξέρει πώς να είναι ευγενικός).

Αντιστοίχως δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζουμε και το παιδί-αποδέκτη της βίας ως θύμα.

Αντ’ αυτού είναι προτιμότερο να το βοηθήσουμε να δει και μόνο του πόση τόλμη μπορεί να διαθέτει. Να του δείξουμε πώς να υπερασπιστεί τον εαυτό του και πώς να εξηγήσει στον «νταή» ότι το παιχνίδι που του πήρε ανήκει στο ίδιο και ότι πρέπει να του το ζητήσει προκειμένου να το παίξει. Ομοίως έχει σημασία να καταστήσουμε σαφές και στα υπόλοιπα αδέρφια ότι το υποψήφιο θύμα τους είναι αρκετά ικανό να χειριστεί με σθένος τις άσχημες πράξεις και συμπεριφορές τους. Λόγου χάρη, μπορούμε να πούμε στο παιδί-«θύμα»: «εξήγησε στον αδερφό σου ότι το παιχνίδι σου ανήκει και ότι θα του το δώσεις όταν δεν θα θέλεις να παίξεις άλλο μαζί του». Ή «ο αδερφός σου δεν είναι αφελής ώστε να πιστέψει το ψέμα που θέλετε να του πείτε». Ή «Νομίζω ότι μπορείς και εσύ να φωνάξεις τόσο δυνατά».

αδέρφια-ρόλους-νταής

Μία λίγο πιο δύσκολη περίπτωση κατανομής ρόλων είναι αυτή της αναπηρίας, της ασθένειας, αναπτυξιακής διαταραχής ή μαθησιακής δυσκολίας.

Όλα αυτά αποτελούν καταστάσεις αρκετά σοβαρές που επηρεάζουν σε μόνιμη βάση το πώς βλέπει και ο γονιός το παιδί αλλά και το ίδιο τον εαυτό του. Συχνά ένα παιδί ταυτίζεται με τη δυσκολία που αντιμετωπίζει και τη θεωρεί ίδιον του χαρακτήρα και των ικανοτήτων του. Και αυτό γιατί το περιορίζει αισθητά σε εύρος δράσης, κίνησης, αντίληψης ή κατανόησης. Μοιραία οι γονείς αναλώνονται πολύ περισσότερο ασχολούμενοι με αυτά τα προβλήματα των παιδιών τους. Χωρίς να έχουν τέτοια πρόθεση απονέμουν στο παιδί το ρόλο του ευάλωτου, του μονίμως χρήζοντος επιπρόσθετης προσοχής, βοήθειας και υποστήριξης. Έτσι το παιδί βυθίζεται όλο και περισσότερο στο ρόλο του.

Αντίστοιχα, το «φυσιολογικό» ή το υγιές παιδί της οικογένειας έχει το ρόλο του «τέλειου», που δεν έχει δικές του ανάγκες και δεν χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή.

Οι γονείς μπορεί να απονέμουν άθελά τους και χωρίς να το αντιλαμβάνονται πλήρως αυτό το ρόλο. Μπορεί, όμως, και συνειδητά να έχουν επιπρόσθετες απαιτήσεις από το «φυσιολογικό» παιδί για να αντισταθμίσουν την επιβάρυνση από το άλλο. Και στις δύο περιπτώσεις το αποτέλεσμα είναι ότι οι ανάγκες αυτού του παιδιού μπαίνουν στην άκρη. Για το παιδί που φέρει αυτό το ρόλο, δεν πρόκειται παρά για ένα μεγάλο φορτίο. Πρόκειται για ένα βάρος μιας και ο ρόλος αυτός συνοδεύεται από διαρκείς προσδοκίες επιβεβαίωσης της τελειότητας και «φυσιολογικότητας» του παιδιού και άρα από διαρκή απουσία απαιτήσεων και αναγκών του ιδίου.

αδερφός-αναπηρία

Και αυτό το παιδί ταυτίζεται με το συγκεκριμένο ρόλο εξίσου αναπόφευκτα με το ασθενές παιδί για τους ακριβώς αντίθετους λόγους.

Ακόμη χειρότερα, όταν οι γονείς είναι πιο σαφείς με τις προσδοκίες τους (π.χ. δεν δικαιούσαι να διασκεδάζεις ή να ζητάς πράγματα όταν ο αδερφός ή η αδερφή σου είναι άρρωστος/ έχει περισσότερες ανάγκες/ μας χρειάζεται όλους κ.ο.κ.) το παιδί δυσκολεύεται περισσότερο με το ρόλο του. Κατ’ επέκταση αρχίζει να νιώθει πικρία προς το ευάλωτο μέλος της οικογένειας με αποτέλεσμα να μην μπορεί να έχει μία καλή σχέση μαζί του.

Τι μπορούμε να κάνουμε για να ξεφύγουμε από αυτή την κατάσταση που μοιάζει αδιέξοδη;

Το βασικό είναι να μην εστιάζουμε στις αδυναμίες ενός παιδιού αλλά στις ικανότητες και τα δυνατά του σημεία. Αν πχ δεν κατάφερε να πιάσει τη μπάλα επειδή δεν κινείται γρήγορα είναι προτιμότερο να του πούμε ότι σχεδόν τα κατάφερε παρά να προσαρμόσουμε το παιχνίδι αναδεικνύοντας την αδυναμία του και στο ίδιο αλλά και στο άλλο παιδί. Ομοίως αν δυσκολεύεται να βρει μια λέξη, να κάνει ένα παζλ επειδή δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί, να διαβάσει κλπ. Είναι προτιμότερο να το ενθαρρύνουμε να συνεχίσει και να μεταφέρουμε τη δυσκολία στην ίδια τη δραστηριότητα και όχι στο ίδιο. Έτσι και το ίδιο το παιδί δεν αποθαρρύνεται αλλά και το αδερφάκι του δεν βλέπει κάποια μεταχείριση ιδιαίτερη οπότε συμπεριφέρονται εξίσου φυσιολογικά και τα δύο.

Ουσιαστικά, επαφίεται στο γονιό να καταστήσει σαφές σε όλους στην οικογένεια ότι κανείς δεν είναι προβληματικός.

Απλώς κάποιος μπορεί να έχει μεγαλύτερες δυσκολίες ή διαφορετικές ανάγκες. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν είμαστε όλοι αποδεκτοί, ότι δεν εξελισσόμαστε και δεν αλλάζουμε. Καλλιεργεί έτσι την εμπιστοσύνη και την υποστήριξη του καθενός προς τον εαυτό του αλλά και προς τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας.

γονείς-παιδιά-συζητούν-ρόλους

Συμπερασματικά, οι γονείς πρέπει να καταλάβουμε ότι με τα λόγια και τη στάση μας απέναντι στα παιδιά μας μπορούμε να τα τοποθετήσουμε σε συγκεκριμένους ρόλους.

Οπότε είναι η δική μας συμπεριφορά που χρειάζεται να δουλευτεί ριζικά για να αποβάλλουμε αυτή την τακτική. Και έπειτα έχει σημασία να παρατηρούμε τι χαρακτηρισμούς χρησιμοποιούν τα ίδια τα παιδιά μας μεταξύ τους, ώστε να επεμβαίνουμε όταν είναι απαραίτητο. Για να βεβαιώσουμε το ένα παιδί ότι μία θετική ιδιότητα του άλλου δεν είναι αποκλειστικό προνόμιό του αλλά μπορούν και οι δύο/τρεις κλπ. να την έχουν εξίσου. Αλλά και για να διαψεύσουμε την απόδοση από το ένα παιδί στο άλλο μίας αρνητικής ιδιότητας (π.χ. κακός, νταής, αγενής) επισημαίνοντας ότι μπορεί κάλλιστα να συμπεριφερθεί με τον αντίθετο, θετικό τρόπο. Και είναι βασικό να καταλάβουμε ότι ειδικά ένας αρνητικός ρόλος είναι ικανός να βλάψει τη σχέση των αδερφών μεταξύ τους ακόμα και εις το διηνεκές. Για αυτό έχει σημασία να φροντίζουμε πάντα να αναδεικνύουμε τα θετικά στοιχεία των παιδιών μας και στα ίδια και στα αδέρφια τους. Έτσι θα αρχίσουν να βλέπουν με μεγαλύτερη συμπάθεια ο ένας τον άλλο και θα έχουν μια πιο αρμονική σχέση. 

Βιβλιογραφία: Αντέλ Φέιμπερ & Ιλέιν Μάζλις, Αδέλφια, όχι αντίπαλοι, βοηθήστε τα παιδιά σας να ζουν μαζί αρμονικά, Εκδόσεις Πατάκη, 2018, σελ. 131-179