Ένα παιδί μπορεί να μεγαλώνει νιώθοντας «αόρατο» μέσα στην οικογένειά του.

Αυτό σημαίνει πως οι γονείς του δεν το «βλέπουν», δεν μπορούν να δουν, δηλαδή ακριβώς αυτό που είναι και αυτό που νιώθει. Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβαίνει είτε καθ’ όλη την παιδική ηλικία είτε σε ορισμένες φάσεις, όπως είναι για παράδειγμα η εφηβεία. Για παράδειγμα μπορεί να έχουμε ένα παιδί υπέρβαρο ή λιποβαρές, ανάπηρο, άσχημο ή υπερβολικά όμορφο ή με κάποια άλλη ιδιαιτερότητα. Σε τέτοιες περιπτώσεις συχνά οι γονείς συμπεριφέρονται με δύο πιθανούς αλλά εξίσου λάθος τρόπους.

Ο ένας είναι να δώσουν έμφαση στην επιφάνεια, φοβούμενοι ότι έτσι θα ενεργήσουν τα άτομα από το ευρύτερο περιβάλλον του παιδιού (φίλοι, συμμαθητές κλπ).

Θέλοντας δηλαδή να προστατέψουμε το παιδί από εξωτερικά πλήγματα που μπορεί να δεχτεί στην αυτοπεποίθησή του, διοχετεύουμε όλη μας την αγάπη και την ενέργεια στο να καταπολεμήσουμε το τυχόν «πρόβλημα», να αντιμετωπίσουμε το «ελάττωμα ή τη «μειονεξία». Για παράδειγμα επιμένουμε στο να χάσει (ή να πάρει βάρος), στο να προσέχει την εμφάνιση ή το ντύσιμό του ή να καλύπτει κάποιο ελάττωμα που μπορεί να έχει. Έτσι όμως δημιουργούμε οι ίδιοι την κατάσταση από την οποία προσπαθούμε να προστατέψουμε το παιδί μας. Προκαλούμε οι ίδιοι πλήγμα στην αυτοπεποίθησή του γιατί τονίζουμε πόσο σημαντικό είναι να εξαλείψει αυτό το «προβληματικό» στοιχείο του. Η τόση ανησυχία μας δημιουργεί μεγαλύτερη ανασφάλεια από τον τυχόν σαρκασμό ή τα πειράγματα που μπορεί να δεχτεί.

αόρατο-μοναχικό-παιδί

Το άλλο λάθος που συχνά κάνουν γονείς που έχουν ένα “αόρατο” παιδί είναι ότι συχνά δίνουν από μόνοι τους υπεραπλουστευμένες εξηγήσεις.

Ή μπορεί να καταφεύγουν σε αυθαίρετες ψυχολογικές θεωρίες ή παρεμβάσεις ως προς την πηγή του «προβλήματος», προβάλλοντάς το υπερβολικά. Για παράδειγμα αν ένα παιδί τρώει πολύ (ή λίγο) μπορεί αυθαίρετα να θεωρήσουμε ότι κάτι το κάνει δυστυχισμένο και καταφεύγει στο φαγητό. Και ότι αν ανακαλύψουμε την πηγή της δυστυχίας του τότε το πρόβλημα θα λυθεί. Πολλές φορές όμως το πρόβλημα ξεκινάει από το γεγονός ότι το παιδί δεν νιώθει ότι το «βλέπουν». Και αυτό το αίσθημα συνήθως προϋπάρχει της εμφάνισης του συμπτώματος.

Αντί, όμως, να εστιάσουμε στο πώς θα αντιμετωπίσουμε τα συμπτώματα, πρέπει να σκεφτούμε λίγο πιο περίπλοκα.

Μια αυτοκαταστροφική συμπεριφορά ενός παιδιού σίγουρα αντιπροσωπεύει ένα μέρος του εαυτού του. Σίγουρα όμως έχει και ένα άλλο μέρος το οποίο είναι υγιές και ανθεκτικό. Απλώς κάποιες φορές τα παιδιά νιώθουν ότι αυτό το υγιές κομμάτι δεν είναι αποδεκτό και ευπρόσδεκτο από την οικογένεια, με αποτέλεσμα να απομακρύνονται από αυτό και να οδηγούνται σε μία κατάσταση που σίγουρα δεν θα περάσει απαρατήρητη. Επομένως, το ζητούμενο θα πρέπει να είναι να βοηθήσουμε το αόρατο παιδί να ανακτήσει το υγιές κομμάτι της υπόστασής του, και να του δείξουμε ότι είναι ευπρόσδεκτο στην οικογένεια. Μόνο έτσι θα θρέψουμε την αυτοεκτίμησή του.

απογοητευμένο-παιδί

Εν ολίγοις, τα παιδιά συχνά εκπέμπουν σήματα τα οποία εμείς παρερμηνεύουμε ως τρόπους για να τραβήξουν την προσοχή.

Οπότε εστιάσουμε σε αυτό αντί να δούμε τα σήματα καθαυτά. Και τα σήματα δεν μας λένε τίποτε παραπάνω από το ότι τα παιδιά επιζητούν να τα «δούμε», να επικεντρωθούμε σε αυτό που νιώθουν και που συχνά δυσκολεύονται να εκφράσουν με λόγια ή να κατονομάσουν.

Ποιος είναι όμως ο λόγος που ένα παιδί γίνεται «αόρατο»;

Υπάρχουν διάφοροι λόγοι που μπορεί να κάνουν ένα παιδί αόρατο. Πολλοί γονείς προσπαθούν να διαμορφώσουν τα παιδιά τους με ένα συγκεκριμένο τρόπο και δεν τους αφήνουν περιθώρια να είναι ο εαυτός τους. Έτσι τα παιδιά καταλήγουν να αποστασιοποιούνται από συμπεριφορές που ερμηνεύουν ως παράλογες και μη αποδεκτές πτυχές τους. Ακόμα υπάρχουν οικογένειες με ζευγάρια που αντιμετωπίζουν προβλήματα στη σχέση τους. Τα παιδιά πολλές φορές καταλήγουν να νιώθουν πως δεν υπάρχει χώρος για αυτά. Ή ακόμα μπορεί ένα παιδί να είναι τόσο διαφορετικό από τα υπόλοιπα της οικογένειας ώστε να αντιμετωπίζεται ως προβληματικό. Ως εκ τούτου, μοιραία νιώθει αόρατο.

απογοήτευση-παιδί

Μπορεί κάποιο από τα παιδιά μιας οικογένειας να αντιμετωπίζει ένα σοβαρό θέμα υγείας ή μια αναπηρία και να απορροφά το μέγιστο της προσοχής των γονιών ώστε το άλλο παιδί να νιώθει αόρατο.

Κάτι αντίστοιχο μπορεί να συμβαίνει σε μονογονεϊκές οικογένειες, όπου ο μόνος γονέας είναι συχνά υπερφορτωμένος από ευθύνες και συχνά αγνοεί τα σημάδια που εκπέμπει το παιδί. Το ίδιο τέλος μπορεί να συμβεί σε περιπτώσεις που στα παιδιά έχουν αποδοθεί συγκεκριμένοι ρόλοι ή χαρακτηριστικά όπως ο καλόβολος, ο δύσκολος, η πριγκίπισσα του μπαμπά, ο αστείος της οικογένειας, ο εσωστρεφής κλπ. Προφανώς τέτοιοι τίτλοι κάνουν το παιδί να νιώθει αόρατο αφού κανείς δεν βλέπει κάτι παραπάνω από αυτό που επιλέγει να δει.

Τι κάνουμε αν αντιληφθούμε ότι το παιδί μας είναι «αόρατο»;

Πώς θα καταφέρουμε να επαναδομήσουμε την οικογένεια ώστε να συμπεριλάβουμε το «αόρατο» παιδί τη στιγμή που νιώθει συναισθηματικά αποκλεισμένο; Το πρώτο βήμα είναι να αποδεχτούμε την ευθύνη που φέρουμε με ειλικρινή διάθεση να συγχωρήσουμε τον εαυτό μας και να κάνουμε ένα νέο ξεκίνημα έχοντας μάθει ο ένας για τον άλλο νέα πράγματα. Αυτό δεν θα έλθει από τη μια στιγμή στη άλλη. Θέλει χρόνο και κόπο, είναι, όμως, απαραίτητο για να ανακτήσει το παιδί τη χαμένη του αυτοεκτίμηση. Και είναι βασικό να απαλλαγούμε από τις ενοχές μας. Ακόμα και αυτές μπορεί να ερμηνευθούν από το παιδί ως πεποίθησή μας ότι είμαστε κακοί γονείς, πεποίθηση που πιθανότατα θα πιστέψει ότι απορρέει από την απογοήτευση που κατά τη γνώμη του μας προκάλεσε. Ακόμα ένα πλήγμα στην αυτοπεποίθηση του παιδιού!

αόρατο-παιδί-αποδοχή

Σημαντικό είναι επίσης οι παραδόσεις και οι συνήθειες της οικογένειας να παραμείνουν άθικτες μετά την επανένταξη του παιδιού στους κόλπους της οικογένειας.

Δεν είναι καλή ιδέα να επιφέρουν οι γονείς αλλαγές προκειμένου να συμπεριλάβουν το “αόρατο” παιδί. Αν από την άλλη οι γονείς θέλουν να αλλάξουν πράγματα, αυτές οι αλλαγές δεν θα πρέπει να γίνουν για χάρη του παιδιού αλλά μόνο εφόσον οι ίδιοι οι γονείς δεν ήταν ικανοποιημένοι με τις προηγούμενες συνήθειες. Και επειδή πράγματι είναι πρόκληση για τους γονείς να νιώθουν ότι ζουν με ένα παιδί άγνωστο και τόσο διαφορετικό απ’ ότι θεωρούσαν, θα πρέπει να εγκαταλείψουν όσα είχαν ως δεδομένα για αυτό και να το γνωρίσουν από την αρχή, ανοιχτά και ειλικρινά. Αυτό φυσικά προϋποθέτει να διευρύνουν και να κάνουν πιο ευέλικτα τα όρια της αποδοχής και της αγκαλιάς τους.

Ας μην ξεχνάμε ότι το παιδί κρύβει έναν εαυτό τον οποίο επιχειρεί να εκθέσει πλέον ενώπιον μας και ο οποίος εξακολουθεί να είναι ευάλωτος.

Το παιδί χρειάζεται χρόνο για να νιώσει ασφαλές και έτοιμο να τον αποκαλύψει με σιγουριά και αυτοπεποίθηση, εκφράζοντας ανοιχτά αληθινές σκέψεις και συναισθήματα. Επομένως όταν νιώσει έτοιμο να το κάνει θα πρέπει αντίστοιχα και εμείς να είμαστε έτοιμοι να αφουγκραστούμε αυτές τις σκέψεις και αποκαλύψεις χωρίς επικριτική ή αφοριστική διάθεση, χωρίς επιπλήξεις αλλά με πρόθεση κατανόησης και ειλικρινούς συζήτησης. Μόνον έτσι η οικογένεια θα αποκτήσει νέα δυναμική, γερές βάσεις και το παιδί θα νιώσει ορατό και σημαντικό στους κόλπους της οικογένειας και ότι οι ανάγκες του εισακούγονται ουσιαστικά.

ΠΗΓΗ:

Jesper Juul, Το ικανό σου παιδί, Εκδόσεις Πουά, Θεσσαλονίκη 2019, σελ. 99-106

(περισσότερα για το βιβλίο εδώ)

Άλλες προτάσεις παρόμοιων βιβλίων στη στήλη μας: προτάσεις βιβλίων για γονείς