Τα παιδιά όταν χρησιμοποιούν τα νευρικά ξεσπάσματα το κάνουν για δύο κυρίως λόγους.

Είτε επειδή δεν μπορούν με άλλο τρόπο να πετύχουν αυτό που θέλουν είτε επειδή γνωρίζουν εμπειρικά πως αν τσιρίξουν για κάμποση ώρα κάποια στιγμή οι γονείς θα ενδώσουν στο αίτημά τους. Αυτό έχει όμως σαν αποτέλεσμα το ίδιο το παιδί να νιώθει ανήμπορο στη μία περίπτωση λόγω του γονικού ελέγχου και στην άλλη λόγω του πανικού που προκαλούν τα δάκρυά του και τα νευρικά ξεσπάσματά του στους γονείς.

Τα παιδιά μπορεί να χρειάζονται ελευθερία και αυτονομία, δεν θέλουν, όμως, να τρομάζουν τους γονείς τους εκφράζοντας τα συναισθήματά τους. Δεν είναι έτοιμα ή εφοδιασμένα να διαχειριστούν αυτή τη «δύναμη». Όταν, λοιπόν, αντιλαμβάνονται πόσο τρομοκρατούνται οι γονείς με τα κλάματα ή τα ουρλιαχτά τους νιώθουν χαμένα και έχουν ανάγκη από καθοδήγηση. Τα παιδιά έχουν ανάγκη από γονείς που μπορούν να τα καθοδηγήσουν. Θέλουν να στηριχτούν πάνω στους γονείς και να νιώσουν ασφάλεια και σιγουριά ώστε να μπορούν να τους μιλήσουν για ό,τι νιώθουν και ό,τι τα προβληματίζει. Εν ολίγοις, τα παιδιά θέλουν να είμαστε ικανοί να «αντέξουμε» τα συναισθήματά τους.

μπαμπας

Μέσα από αυτά τα ξεσπάσματα θυμού τα παιδιά προσπαθούν να εκφράσουν τα υπαρκτά συναισθήματά τους.

Και έχουν ανάγκη κάποιος να τα ακούσει και να τα καταλάβει. Αυτό ισχύει ακόμα και όταν το ξέσπασμα οφείλεται στην αποτροπή μας από το να κάνουν κάτι επικίνδυνο ή άσχημο. Η ουσία του ξεσπάσματος βρίσκεται στην αδυναμία και την έλλειψη ελευθερίας που νιώθει το παιδί να κουμαντάρει τη ζωή του. Ή αντιστρόφως, αν με το ξέσπασμά του νιώθει ότι ασκεί το ίδιο εξουσία πάνω μας, τότε συντρίβεται και γίνεται έξαλλο προκειμένου να μας κάνει να αναλάβουμε εμείς τα ηνία. Πολλές φορές, ακόμα και αν δεν μας αρέσει να ασκούμε έλεγχο, οι περιστάσεις δεν αφήνουν περιθώρια για συζήτηση. Τότε το παιδί ενδέχεται να νιώσει αποθαρρημένο ή εξοργισμένο.

Συνήθως τα παιδιά χρησιμοποιούν τα ξεσπάσματα προκειμένου να αλλάξουν κάτι.

Όταν εμείς δώσουμε προσοχή στο κλάμα τους, τότε το ξέσπασμα τελειώνει. Αυτό γιατί αποδεικνύεται πλέον ένα άχρηστο εργαλείο, αφού ο λανθάνων στόχος που ήταν να εισακουστεί η ανάγκη του παιδιού για προσοχή και κατανόηση έχει επιτευχθεί. Όταν ένα παιδί χρησιμοποιεί νευρικά ξεσπάσματα για να πετύχει κάτι αδύνατο, συνήθως το μόνο που χρειάζεται είναι να εκφράσει τα συναισθήματά του. Σε αυτή την περίπτωση εμείς οφείλουμε να το ακούσουμε με κατανόηση και ενσυναίσθηση, μέχρι το ξέσπασμα να εκτονωθεί και να περάσει. Συνήθως, το παιδί είναι ικανοποιημένο με αυτή την εξέλιξη και δεν χρειάζεται κάτι παραπάνω. Αν όμως έχει όντως κάποια ανάγκη που δεν έχει ικανοποιηθεί, μόλις περάσει το ξέσπασμα υπάρχει χώρος για συζήτηση.

μπαμπάς τηλεόραση παιδί παίζει

Τις περισσότερες φορές τα παιδιά με τα νευρικά ξεσπάσματα δεν διεκδικούν την ικανοποίηση μίας πραγματικής ανάγκης.

Αυτό που θα πρέπει να αναζητήσουμε κάθε φορά που το παιδί μας έχει ένα νευρικό ξέσπασμα είναι το κίνητρο, που σπανίως είναι μία λιχουδιά που δεν του δίνουμε ή να κερδίσει στο παιχνίδι. Ομοίως, δεν λύνεται το πρόβλημα του παιδιού αν απλώς ικανοποιήσουμε το επιφανειακό αίτημά του. Αυτή που πρέπει να ικανοποιηθεί είναι η κρυμμένη ανάγκη. Διαφορετικά θα ακολουθήσουν και άλλα νευρικά ξεσπάσματα. Για παράδειγμα το παιδί μπορεί να χρειάζεται απλώς να εκδηλώσει την οργή του ή την αγανάκτηση ή την απογοήτευσή του. Αν του δώσουμε χώρο να το κάνει, μετά δεν θα έχει ανάγκη από κάτι άλλο. Από την άλλη, αν χρειάζεται αγάπη, προσοχή ή αυτονομία, όταν ξεσπάσει το θυμό του, θα έχει την απαραίτητη διαύγεια ώστε να βρει λύση στο πρόβλημά του.

Σχεδόν πάντα, αυθόρμητα σκεφτόμαστε διάφορες πιθανές λύσεις που θα κάνουν τα νευρικά ξεσπάσματα των παιδιών να σταματήσουν. Ιδίως όταν η πηγή του ξεσπάσματος του παιδιού είναι ένα δικό μας λάθος ή μία απόφαση που πήραμε για λογαριασμό του χωρίς να το ρωτήσουμε ή να λάβουμε υπόψη αυτό που πραγματικά θα ήθελε. Ακόμα και τότε, όμως, δεν θα πρέπει να καλλιεργούμε στο παιδί την εντύπωση ότι είμαστε ένοχοι για κάτι, για την επιλογή μας. Μόνο αν εμείς πιστέψουμε και μεταδώσουμε στο παιδί ότι το πληγώσαμε και ότι οφείλουμε να διορθώσουμε το λάθος μας θα νιώσει και εκείνο ότι πράγματι ισχύει αυτό.

Στην πραγματικότητα, η οργή και το ξέσπασμά του δεν σχετίζεται με την ουσία του συμβάντος.

Ας υποθέσουμε ότι πήγαμε κάπου με το αυτοκίνητο αλλά επειδή κοιμόταν το παιδί στη διαδρομή δεν το ξυπνήσαμε με αποτέλεσμα να «χάσει» μία συνάντηση. Αυτό που έχει σημασία για το παιδί είναι ότι αγνοήθηκε η ανάγκη και το δικαίωμά του να αποφασίσει μόνο του. Επομένως το παιδί δεν έχει ανάγκη την επανόρθωση από εμάς αλλά την προσοχή μας. Να το ακούσουμε και να αναγνωρίσουμε τη πραγματικότητα, το πώς αισθάνεται και το πόσο σημαντικό είναι αυτό που νιώθει. Αν επιτρέψουμε στο παιδί να εκφράσει ανεμπόδιστα το θυμό ή την απογοήτευσή του και να κλάψει θα μπορέσει να το ξεπεράσει ευκολότερα και γρηγορότερα.

Επομένως, αυτό που έχει σημασία είναι να αφουγκραζόμαστε τα νευρικά ξεσπάσματα των παιδιών και να αναγνωρίζουμε την κατάσταση. Όχι να δίνουμε στα παιδιά λύσεις ούτε να τα αποσπούμε από το ξέσπασμα ώστε να μην βιώνουν αρνητικά και δυσάρεστα συναισθήματα. Αυτό θα μάθει στα παιδιά να μην πανικοβάλλονται και να βρίσκουν γρήγορα ανακούφιση και παρηγοριά όταν κάτι δεν εξελίσσεται όπως θα ήθελαν. Τα παιδιά θα πρέπει να νιώθουν άνετα και ελεύθερα να εκδηλώνουν κάθε συναίσθημα. Θα πρέπει να θεωρούν τους εαυτούς τους ικανούς να έχουν έντονα συναισθήματα, να αντιμετωπίζουν απογοητεύσεις, ήττες και γενικότερα ματαιώσεις.

Αντιθέτως, αν ασκούμε έλεγχο στα παιδιά ή αν προσπαθούμε να αλλάξουμε την πραγματικότητα, προκαλούμε ακόμα περισσότερη οργή στα παιδιά.

Τότε αναγκάζονται να χρησιμοποιήσουν τα νευρικά ξεσπάσματα ως εργαλεία για να πετύχουν ό,τι θέλουν. Συγχρόνως, μαθαίνουν να φοβούνται τα συναισθήματα και να τα αντιμετωπίζουν πιο σοβαρά απ’ όσο χρειάζεται. Αυτό γιατί βλέπουν ότι εμείς οι ίδιοι δεν μπορούμε να τα διαχειριστούμε.

Η επανόρθωση και ο περισπασμός σίγουρα δεν βοηθάνε τα παιδιά να ξεπεράσουν τα συναισθήματά τους. Αν νιώθουν την ανάγκη να ξεσπάσουν, δεν θα ικανοποιηθούν με μία έτοιμη λύση. Θα ψάξουν κάποια άλλη αιτία για να εξαγριωθούν ακόμα περισσότερο ή θα ζητήσουν κάτι που γνωρίζουν ότι είναι αδύνατον. Συνεπώς είναι ανούσιο να προσπαθούμε να ικανοποιήσουμε τα «ουτοπικά» αιτήματα, σαμποτάροντας τον αληθινό σκοπό του ξεσπάσματος. Κάτι τέτοιο μας εμποδίζει να εντοπίσουμε την πραγματική αιτία της απόγνωσης ή της οργής του παιδιού.

Βιβλιογραφία: Naomi Aldort, Αναθρέφοντας τα παιδιά μας αναθρέφουμε τον εαυτό μας, σελ. 184-194, Μετάφραση: Μαϊα Παπαγιαννοπούλου, εκδόσεις Αλκυών 2010