1. Μάθηση μέσα από τη μίμηση

Η μίμηση αποτελεί ένα από τα ισχυρότερα εργαλεία μάθησης. Ειδικά στην προσχολική ηλικία, η μάθηση έρχεται ενώ τα παιδιά βλέπουν, ακούνε και έπειτα μιμούνται. Μέσα από αυτή τη διαδικασία τα παιδιά μαθαίνουν να συναναστρέφονται με άλλα άτομα, να παίζουν, τρόπους καλής συμπεριφοράς, να μοιράζονται, να είναι καλοί φίλοι. Ακόμη, μαθαίνουν αξίες, στάσεις, προτιμήσεις καθώς και να αναγνωρίζουν και να διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους. Μέσα από την παρατήρηση της συμπεριφοράς των άλλων, τα παιδιά διαμορφώνουν τη δική τους συμπεριφορά.

Δεδομένου, μάλιστα, ότι εμείς οι γονείς αποτελούμε το πρώτο σχολείο και το πρώτο παράδειγμα συμπεριφοράς για τα παιδιά μας, θα πρέπει να προσέχουμε πάρα πολύ τον τρόπο που φερόμαστε στους άλλους γιατί αντίστοιχο θα είναι και το παράδειγμα που θα αποτελούμε για τα παιδιά μας. Εννοείται ότι δεν γίνεται να είμαστε πάντα άψογοι και αλάνθαστοι. Σημαντικότερο από την τελειότητα είναι να αναγνωρίζουμε τα λάθη μας και να αναλαμβάνουμε την ευθύνη για την τυχόν κακή συμπεριφορά μας. Ακόμα και αυτό είναι σπουδαίο μάθημα για τα παιδιά. Τα παιδιά έτσι ξέρουν πως μπορούν να μας μιλούν για τα πάντα, ακόμα και για τα λάθη τους, αντιμετωπίζοντάς τα ως φυσιολογικά, χωρίς δαιμονοποιήσεις και αφορισμούς.

Αντιθέτως, δεν είναι καλό να γινόμαστε αμυντικοί και να προσπαθούμε να δικαιολογήσουμε τη συμπεριφορά μας. Ιδίως όταν την ίδια στιγμή τονίζουμε στο παιδί ότι το ίδιο δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να κάνει αυτό που κάναμε εμείς. Στην καλύτερη περίπτωση θα το μπερδέψουμε. Τα παιδιά μαθαίνουν αυτά που βιώνουν, γίνονται τόσο υπεύθυνα όσο είμαστε και εμείς ως γονείς.

2. Μάθηση μέσω του πειραματισμού

Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας μαθαίνουν και μέσω του πειραματισμού. Εξερευνούν και πειραματίζονται με πράγματα που τα περιβάλλουν και που μπορούν να τα περιεργαστούν με τις αισθήσεις τους. Κινητήρια δύναμη, το να απαντήσουν στο ερώτημα «τι θα συμβεί αν…;». Για παράδειγμα, αν ένα παιδί αγγίξει ένα πιάτο που καίει, μαθαίνει ότι τα πολύ ζεστά αντικείμενα θα του πονέσουν τα δάχτυλα.

Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τη μάθηση των συμπεριφορών. Ένα παιδί μπορεί να διερωτηθεί «τι θα γίνει αν ξεσπάσω τα νεύρα μου;». Έπειτα θα σκεφτεί πως αν πετύχει αυτό που θέλει τότε σημαίνει ότι τα νεύρα φέρνουν αποτέλεσμα και άρα θα τα ξαναχρησιμοποιήσει.  Σε αυτές τις περιπτώσεις καλό είναι να προσπαθούμε να μην «υποκύπτουμε» σε κρίσεις θυμού ή άλλες αρνητικές συμπεριφορές που δοκιμάζουν τα παιδιά. Στόχος μας θα πρέπει να είναι σε κάθε περίπτωση να επιβραβεύουμε τις θετικές συμπεριφορές και να τις ενθαρρύνουμε. Οπότε το ερώτημα «τι θα συμβεί αν…» θα αρχίσει να ακολουθείτε από φράσεις ανάλογες (αν είμαι ευγενικός, αν ζητήσω ήρεμα αυτό που θέλω κ.ο.κ.). Εφόσον το παιδί μέσα από το πείραμά του αυτό διαπιστώσει ότι η ευγενική φωνή έχει αποτέλεσμα, τότε θα χρησιμοποιεί αυτήν. Τα παιδιά έχουν έμφυτη την ανάγκη να δοκιμάζουν τα όριά μας. Εμείς θα τα διδάξουμε ποιες συμπεριφορές είναι αποδεκτές και επαινετές ενθαρρύνοντας και επιβραβεύοντάς τες και ποιες είναι μη αποδεκτές μη υποκύπτοντας σε αυτές.

3. Μάθηση μέσω της σύνθεσης ικανοτήτων

Τα παιδιά συνδυάζουν αυτά που έχουν μάθει με τις δύο προηγούμενες μεθόδους (μίμηση, πειραματισμός), δημιουργώντας νέες πληροφορίες. Αρχίζουν έτσι να δίνουν νόημα στα πράγματα. Γύρω στα τρία έτη τα παιδιά αρχίζουν να χρησιμοποιούν τις γνώσεις που έχουν κατακτήσει για να δημιουργούν γενικεύσεις, ακόμα και να επιλύουν προβλήματα. Στην ίδια περίπου ηλικία τα παιδιά αρχίζουν να συνδέουν τις εκφράσεις του προσώπου με τα συναισθήματα και προσπαθούν να τις δοκιμάζουν σε άλλους. Παρατηρούν πώς ο τόνος και οι διακυμάνσεις της φωνής αλλάζουν τη σημασία των λέξεων. Γι’ αυτό και η ευθύνη μας ως γονέων είναι αυξημένη αυτή την περίοδο. Θα πρέπει να ξέρουμε τι μαθαίνουν τα παιδιά μας και πώς συμπεριφέρονται. Να δίνουμε προσοχή σε όσα λένε και κάνουν. Να συμμετέχουμε στις ανακαλύψεις τους και να τα καθοδηγούμε τονίζοντας κάθε τι καλό που κάνουν. Έτσι θα αντιλαμβάνονται τις θετικές μας αντιδράσεις.

Για να διευκολύνουμε την εκμάθηση, ειδικά σε δύσκολες καταστάσεις, συχνά βοηθά να ανατρέχουμε σε προηγούμενες περιστάσεις που είχαν θετικά αποτελέσματα.

Συζητώντας με τα παιδιά για μία κατάσταση τα μαθαίνουμε να λύνουν τα προβλήματά τους. Αναζητώντας εναλλακτικές λύσεις, τα βοηθάμε να ανακαλέσουν προηγούμενες εμπειρίες τους. Μέσω αυτών θα σκεφτούν τρόπους επίλυσης του εκάστοτε προβλήματος.  Δεν πρέπει ποτέ να παραλείπουμε την ενθάρρυνση και να τονίζουμε στο παιδί πώς αναμένουμε να φερθεί.Για παράδειγμα αν το παιδί μας αρνείται να μοιραστεί τα παιχνίδια του με κάποιο φίλο του μπορούμε να το ενθαρρύνουμε θυμίζοντάς του περιπτώσεις που το έχει κάνει επιτυχώς με άλλα παιδιά. Αν το πρόβλημα οφείλεται στο άλλο παιδί (π.χ. θέλει όλα τα παιχνίδια για τον εαυτό του) τότε θα πρέπει να ενθαρρύνουμε και τα δύο παιδιά να μοιραστούν τα παιχνίδια τους με τη σειρά. Σε τέτοιες περιπτώσεις βοηθάει να απομακρύνουμε παιχνίδια που το παιδί μας θεωρεί αγαπημένα και δεν θέλει να τα μοιραστεί, προς αποφυγήν προβληματικών καταστάσεων.

4. Μάθηση μέσω της φαντασίας και της προσποίησης

Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας χρησιμοποιούν τη φαντασία και την προσποίηση προκειμένου να συνδεθούν με μία πραγματικότητα στην οποία επιθυμούν να ενταχθούν. Προσποιούνται ρόλους των ενηλίκων του περιβάλλοντός τους, στους οποίους θέλουν να μοιάσουν. Τέτοιοι είναι οι γονείς, οι δάσκαλοι, ο γιατρός, ο παππούς, η γιαγιά κ.ο.κ. Σε αυτούς τους ρόλους νιώθουν μεγάλοι και δυνατοί. Επινοούν παιχνίδια μέσα από τα οποία μιμούνται τους ενήλικες στην καθημερινότητά τους, νομίζοντας ότι ελέγχουν αυτά που συμβαίνουν στη ζωή τους.

Μέσω της φαντασίας και της προσποίησης δίνουν νόημα σε ότι δεν μπορούν να καταλάβουν πλήρως. Για παράδειγμα φτιάχνουν διαστημόπλοια με τουβλάκια. Όταν παριστάνουν τους σούπερ ήρωες προσποιούνται ότι έχουν δύναμη. Μεταφέρονται σε ένα φανταστικό κόσμο χωρίς ευθύνες και κανόνες, όπου όλοι τους θαυμάζουν. Μάλιστα, το γεγονός ότι οι σούπερ ήρως δεν φοβούνται, βοηθά τα παιδιά να αποκτήσουν αυτοπεποίθηση και να ξεπεράσουν τους φόβους τους.

Και κάπου εδώ έρχεται η στιγμή που θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι συχνά οι σούπερ ήρωες χρησιμοποιούν βία.

Φυσικά και θα αφήσουμε τα παιδιά να διασκεδάσουν. Οφείλουμε, όμως να τα διδάξουμε τη μη χρήση βίας για την επίλυση των προβλημάτων τους. Είναι η στιγμή των ορίων και των κατευθυντηρίων. Όταν τα παιδιά προσποιούνται άλλους στο παιχνίδι τους, ανακαλύπτουν τους εαυτούς τους, τι τους αρέσει και τις μεταξύ τους διαφορές. Η δε μεταμφίεση τα βοηθά στην εξερεύνηση μιας ιστορίας, ενθαρρύνει τη δημιουργική σκέψη και θέτει τις βάσεις για την ανεξαρτησία, την ανάπτυξη των κοινωνικών δεξιοτήτων και την αυτοεκτίμηση.

5. Μάθηση με ιστορίες

Η αφήγηση μιας ιστορίας μπορεί να αποτελέσει σπουδαία ευκαιρία για μάθηση. Είναι μία δραστηριότητα που μας φέρνει πιο κοντά και βοηθάει στην ανάπτυξη ενός στενότερου δεσμού με το παιδί μας. Συγχρόνως, ενισχύει την αγάπη του παιδιού για το βιβλίο γενικότερα. Με το διάβασμα διεγείρονται γνωστικές και γλωσσικές δεξιότητες, ενώ διευρύνεται ο κόσμος του παιδιού, μέσα από τις πληροφορίες που του παρέχονται για πράγματα που του είναι ακόμα άγνωστα. Η αγκαλιά κατά τη διάρκεια του διαβάσματος δημιουργεί μία αίσθηση ασφάλειας.

Όταν διαβάζουμε την ιστορία ενός παιδιού που έχει βιώσει κάτι παρόμοιο με το παιδί μας, το βοηθάμε να εξερευνήσει τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τους φόβους του. Όταν χρησιμοποιούμε τις ιστορίες για να διδάξουμε, μαθαίνουμε στο παιδί τις σωστές και λάθος συμπεριφορές. Tο παιδί μαθαίνει να προβλέπει την επιβράβευση από μία σωστή επιλογή και τη συνέπεια μίας κακής επιλογής. Η αγάπη για το διάβασμα συνδέεται και με τις καλές επιδόσεις στο σχολείο μελλοντικά, αφού το παιδί μαθαίνει να εξάγει νόημα από τις λέξεις.

Πριν διαβάσουμε ένα βιβλίο, μπορούμε να το ξεφυλλίσουμε για να δούμε τις εικόνες και να προσπαθήσουμε να μαντέψουμε το περιεχόμενο της ιστορίας.

Μπορούμε στην πορεία της αφήγησης να του κάνουμε ερωτήσεις για το τι πιστεύει ότι θα συμβεί στη συνέχεια. Αυτό βοηθά το παιδί να συνδέσει το αίτιο με το αποτέλεσμα ή να προβλέπει τα επακόλουθα μίας κατάστασης. Στο τέλος μπορούμε να ρωτήσουμε το παιδί για το τι έγινε πρώτα, τι ακολούθησε και πώς κατέληξε η ιστορία. ‘Ετσι το βοηθάμε να αναπτύξει την ικανότητα να βάζει τα πράγματα σε σειρά. Τέλος, υπάρχουν βιβλία που βοηθάνε στην ανάπτυξη της συναισθηματικής και κοινωνικής νοημοσύνης και στην προσαρμογή σε διάφορες αλλαγές ή καταστάσεις. Ενθαρρύνουν τα παιδιά να εκφράσουν τις σκέψεις, τους φόβους και τα συναισθήματα που τους προκαλούν αντίστοιχες εμπειρίες.

Βιβλιογραφία: Sal Severe, Πώς να συμπεριφέρεστε σωστά, Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας συμπεριφέρονται ανάλογα, Μετάφραση: Γιώργος Σαλαμάς,  εκδ. Πατάκη, 8η έκδοση, Αθήνα 2014, σελ. 103-122